Γράφει ο Χρήστος Ηλ.Τσίχλης
Δικηγόρος Αθηνών
Το άρθρο 4 παρ.2 του Συντάγματος,προβλέπει ότι…
«Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.»
Ενώ το άρθρο 116 παρ.2 του Συμτάγματος προβλέπει ότι :«Δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών.»
Σύφωνα με το άρθρο 36 του Ν.3996/2011, απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζόμενης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της…
εγκυμοσύνης της όσο και για το χρονικό διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία. Η προστασία από την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται, χωρίς να έχει προηγουμένως απασχοληθεί αλλού, πριν συμπληρώσει δεκαοκτώ (18) μήνες από τον τοκετό ή το μεγαλύτερο χρόνο που προβλέπεται στην παρούσα, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται και μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρόνων. Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης στην εργασία της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη.
Συνήθης τρόπος ανακοίνωσης εγκυμοσύνης μισθωτού είναι ο προφορικός. Η εργαζόμενη ενημερώνει προφορικά για την κατάσταση εγκυμοσύνης τον Προϊστάμενο του τμήματος ή και τον Υπεύθυνο προσωπικού. Σε περίπτωση που η ίδια το επιθυμεί ενημερώνει και γραπτώς τους ανωτέρω εμπλεκόμενους, με mail, διότι δεν υπάρχει υπόδειγμα ανακοίνωσης, έγγραφης ενημέρωσης.
Δεν υφίσταται νόμος ή κανονισμός που να δεικνύει την γνώση από τον εργοδότη της εγκυμοσύνης μισθωτού. Συνήθως ενημερώνεται ο Προϊστάμενος του τμήματος ή ο Υπεύθυνος προσωπικού όταν συμπληρωθεί ο πρώτος μήνας της κύησης.
Εάν η εργαζόμενη παρουσιάσει προβλήματα στην εγκυμοσύνη,δικαιούται άδεια ασθενείας την οποία λαμβάνει από γυναικολόγο του ασφαλιστικού φορέα που ανήκει. Για όσο διάστημα βρίσκεται σε άδεια ασθενείας επιδοτείται από τον ασφαλιστικό φορέα(σαν οποιαδήποτε ασθένεια) και δεν επιτρέπεται να εργάζεται. Ο εργοδότης συμπληρώνει «Δήλωση Εργοδότη» από το αρμόδιο υποκατάστημα ασφαλιστικού φορέα που υπάγεται η εργαζόμενη, ότι δεν απασχολεί τον εργαζόμενο, ο οποίος κρίθηκε ανίκανος για εργασία για το χρονικό διάστημα που έχει δοθεί η άδεια ασθενείας.
Την άδεια φροντίδας παιδιού την οποία λαμβάνει η εργαζομένη μητέρα -ή, καθ υποκατάστασιν αυτής, ο πατέρας του παιδιού- προβλέπει το άρθρο 6 της από 15.4.2002 ΕΓΣΣΕ. Ο υπολογισμός της διαρκείας της αδείας αυτής αρχίζει από την ημερομηνία του τοκετού. Η άδεια χορηγείται από την ημέρα λήξεως της αδείας λοχείας και συνίσταται στην παροχή μίας ώρας απουσίας κάθε ημέρα επί 2,5 έτη, ή, κατόπιν συμφωνίας, στην παροχή 2 ωρών απουσίας κάθε ημέρα επί 12 μήνες και εν συνεχεία 1 ώρας επί 6 επί πλέον μήνες ή ισόχρονη προς το μειωμένο ωράριο άδεια περίπου 3,5 μηνών.
Η άδεια χορηγείται για την φροντίδα του παιδιού και είναι ακριβώς η ίδια, από απόψεως χρονικής διαρκείας, και όταν η μητέρα έχει αποκτήσει δίδυμα ή και τρίδυμα, αφού στη διάταξη δεν γίνεται σχετική διάκριση.
Εάν κατά την διάρκεια της αδείας αυτής η μητέρα περιέλθει εκ νέου σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η χορηγηθείσα για το πρώτο παιδί άδεια φροντίδας θα διαρκέσει μέχρι να λάβει η γυναίκα την άδεια τοκετού και λοχείας (17 συνολικώς εβδομάδες), μετά δε από την λήξη της αδείας λοχείας και την επιστροφή της στον εργοδότη, θα χορηγηθεί άδεια φροντίδας για το νέο πλέον παιδί, η οποία θα διαρκέσει επί χρονικό διάστημα 30 ή 18 επίσης μηνών, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, υπολογιζόμενο από το χρονικό σημείο του τοκετού του νέου παιδιού. Η άδεια φροντίδας παιδιού, συνισταμένη σε μείωση του ωραρίου εργασίας, χορηγείται για συγκεκριμένο σκοπό και προϋποθέτει την παροχή εργασίας από την μητέρα. Συνεπώς παύει να οφείλεται, και δεν μετατρέπεται σε χρηματική αξίωση, όταν η σύμβαση εργασίας λυθεί καθ οιονδήποτε τρόπον. Εξυπακούεται ότι εάν εν συνεχεία η μητέρα αναλάβει εργασία σε άλλον εργοδότη, δικαιούται να κάνει χρήση της αδείας αυτής για το απομένον, μέχρι τη συμπλήρωση των 30 ή των 18 μηνών από του τοκετού, διάστημα.
Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του παιδιού, δικαιούται και ο πατέρας εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα, προσκομίζοντας στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας του παιδιού. Το δικαίωμα καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας και εναλλακτικά του πατέρα για τη φροντίδα του παιδιού, έχουν και οι θετοί γονείς παιδιού ηλικίας ως έξι (6) ετών, υπό τους ίδιους ως άνω όρους των φυσικών γονέων και χρονική αφετηρία την υιοθεσία. Την άδεια φροντίδας παιδιού δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς.
Στην οικογένεια:
η γυναίκα διατηρεί το οικογενειακό της επώνυμο και μετά το γάμο υποχρεωτικά.
οι μελλόνυμφοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν πριν από το γάμο τους το επώνυμο των παιδιών τους που μπορεί να είναι είτε το επώνυμο του ενός των συζύγων είτε και των δύο.Το 18° έτος είναι ο χρόνος ενηλικίωσης των νέων και κατώτατο όριο για την τέλεση γάμου και για τα δύο φύλα.
Η ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών πρέπει να γίνεται χωρίς διάκριση φύλου.
Η δυνατότητα «αξίωσης συμμετοχής» του καθένα από τους συζύγους στην περιουσία που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου.
Η επιλογή συστήματος κοινοκτημοσύνης.
Ο εκσυγχρονισμός των διατάξεων του διαζυγίου και η θεσμοθέτηση του συναινετικού διαζυγίου
Η απόλυτη εξομοίωση των δικαιωμάτων των παιδιών που γεννήθηκαν «χωρίς γάμο» των γονιών τους με τα δικαιώματα των παιδιών που γεννήθηκαν «μέσα στο γάμο» και η νομική ενίσχυση της θέσης της ανύπαντρης μητέρας
Πηγή