Ο Πρόεδρος και το Διοικητικό Συμβούλιο σας ενημερώνει ότι δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 128Α – επισυνάπτεται στην παρούσα) ο νόμος 4621/2019, με τον οποίο επέρχονται σημαντικές μεταβολές στο καθεστώς του ΕΝΦΙΑ και των 120 δόσεων για οφειλές προς το Δημόσιο, ως εξής:
Στο άρθρο 1 προβλέπεται η μείωση του ΕΝΦΙΑ, η οποία θα υπολογιστεί στο συνολικό ποσό του φόρου (κύριου και συμπληρωματικού), με κριτήριο την αξία της ακίνητης περιουσίας, από την οποία εξαιρούνται τα αγροτεμάχια.
Ειδικά για το έτος 2019 χορηγείται μείωση στον ΕΝΦΙΑ φυσικών προσώπων που προκύπτει ανάλογα με τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας τους, ως εξής:
30% για ακίνητη περιουσία αξίας έως 60.000 ευρώ,
27% για ακίνητη περιουσία αξίας έως 70.000 ευρώ,
25% για όσους κατέχουν ακίνητα αξίας έως 80.000 ευρώ,
20% για αξία ακίνητης περιουσίας έως 1.000.000 ευρώ,
10% για αξία ακίνητης περιουσίας άνω του 1.000.000 ευρώ.
Στο άρθρο 2, περιλαμβάνονται οι βελτιώσεις της ρύθμισης των 120 δόσεων των οφειλών προς την Εφορία. Ο νέος νόμος εντάσσει ξεκάθαρα και τις εταιρείες στις ευεργετικές διατάξεις του ν. 4611/2019, ενώ επικοινωνείται με κάθε τρόπο από την νέα Κυβέρνηση ότι η εν λόγω ρύθμιση είναι η τελευταία έκτακτου χαρακτήρα που παρέχει τόσες διευκολύνσεις στους υπόχρεους, οι οποίοι έχουν διορία ένταξης έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2019 .
Οι νέες προβλέψεις εξειδικεύονται ως εξής :
1.Οφειλέτες νομικά πρόσωπα (εταιρείες) ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση των χρεών τους στις Εφορίες, μπαίνοντας στο γενικότερο περιβάλλον της μείωσης των προστίμων και των προσαυξήσεων.
2.Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός των δόσεων, τόσο μεγαλύτερη είναι η μείωση προσαυξήσεων και τόκων. Ειδικά για τις διαγραφές των εν λόγω επιβαρύνσεων, αυτές διαμορφώνονται ως εξής:
- 100%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
- 95%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 4 μηνιαίες δόσεις,
- 85%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 5 έως 12 μηνιαίες δόσεις,
- 80%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 24 μηνιαίες δόσεις,
- 75%, εάν η οφειλή εξοφληθεί σε 25 έως 36 μηνιαίες δόσεις,
- 45%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 37 έως 48 μηνιαίες δόσεις,
- 30%, εφόσον η οφειλή εξοφλείται σε 49 έως 60 δόσεις,
- 20%, για 61 έως 72 μηνιαίες δόσεις,
- 15%, για 73 έως 96 μηνιαίες δόσεις.
- 10%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 97 έως 120 δόσεις.
Στα παραπάνω ποσοστά συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό 10% που προβλέπεται κατά την ένταξη στη ρύθμιση.
3.Οι διαθέσιμες επιλογές για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα με ληξιπρόθεσμες οφειλές στην Εφορία είναι οι εξής:
α) Ρύθμιση χρεών σε έως 120 μηνιαίες δόσεις, για εκείνα τα νομικά πρόσωπα με ποσά βασικής οφειλής - εκτός τόκων & προσαυξήσεων - έως 1.000.000 ευρώ,
β) Ρύθμιση χρεών σε έως 36 μηνιαίες δόσεις, για νομικά πρόσωπα με ποσά βασικής οφειλής - εκτός τόκων & προσαυξήσεων - μεγαλύτερα από 1.000.000 ευρώ.
4.Το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης μειώνεται σε 20 από 30 ευρώ. Διευκρινίζεται πως:
- Το ελάχιστο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 20 ευρώ.
- Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος των 18 και μεγαλύτερος των 120.
Ο αριθμός των δόσεων μπορεί να πέσει και κάτω των 18 για οφειλές χαμηλότερες των 360 €.
5.Το επιτόκιο της μηνιαίας δόσης μειώνεται από 5% σε 3% και ισχύει για όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης για φυσικά και νομικά πρόσωπα, μετά την παρέλευση διμήνου από την ψήφιση του νόμου. Κατ' εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 € που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης δεν επιβαρύνονται με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.
6.Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων. Για τους εντασσόμενους στη ρύθμιση προβλέπεται η αυτόματη αναστολή των κατασχέσεων στους τραπεζικούς λογαριασμούς, στα εισοδήματα και στα περιουσιακά τους στοιχεία για χρέη προς τη φορολογική διοίκηση, ανεξαρτήτως εάν έχει ήδη ξεκινήσει ή όχι η εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων.
7.Σε περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνονται.
8.Εφόσον ο οφειλέτης προκαταβάλει ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης του προγράμματος ρύθμισης που έχει επιλέξει, χορηγείται σε αυτόν ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Εν ολίγοις ορίζεται αυξημένη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους σε περίπτωση πληρωμής διπλάσιας δόσης.
9.Ρυθμίζονται και οφειλές που βεβαιώνονται μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε ρύθμιση και αφορούν σε υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31-12-2018, εξαιρούμενων των οφειλών για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31-12-2018. Στη ρύθμιση δηλαδή μπορούν να ενταχθούν ακόμη και ληξιπρόθεσμες οφειλές που βεβαιώθηκαν ή θα βεβαιωθούν εντός του χρονικού διαστήματος από την 1-1-2019 έως την 30-9-2019, αλλά αφορούν υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων για τις οποίες οι σχετικές φορολογικές δηλώσεις έπρεπε να έχουν υποβληθεί μέχρι και 31-12-2018.
10.Οφειλέτες φυσικά και νομικά πρόσωπα που έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους ήδη σε ρύθμιση, δύνανται να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των χρεών τους μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της αίτησης (30-9-2019). Δίνεται η δυνατότητα επανυπολογισμού δόσεων και πρόσβασης στα νέα πρόσθετα ευεργετήματα για όσους ήδη έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 4611/2019. Οφειλέτες, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του ν. 4621/2019, έχουν ήδη εντάξει τις οφειλές τους στις προϊσχύσασες διατάξεις του ν. 4611/2019 μπορούν να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, ώστε να επιτύχουν:
- Απαλλαγή από την επιβολή αναγκαστικών μέτρων (κατασχέσεων, δεσμεύσεων λογαριασμών),
- Επανυπολογισμό του αριθμού και του ύψους των μηνιαίων δόσεων.
- Χαμηλότερη επιτοκιακή επιβάρυνση της μηνιαίας δόσης (3% αντί 5%).
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ