Άκυρες οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες
Απο τον Βασίλη Αγγελόπουλο
Η σύμβαση μισθώσεως έργου που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι αυτοδικαίως και καθ' ολοκληρίαν άκυρη. Σύμφωνα με απόφαση του Αρείου Πάγου, τυχόν ανανέωση ή παράταση της συμβάσεως μισθώσεως έργου απαγορεύεται και είναι αυτοδικαίως άκυρη.
Στην απόφαση τονίζεται ότι «σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπάρχει, όταν οι συμβαλλόμενοι δεν έχουν συμφωνήσει ορισμένη διάρκεια για την παροχή της εργασίας, ούτε η χρονική αυτή διάρκεια συνάγεται από το είδος και τον σκοπό της εργασίας». Αντίθετα, θεωρείται σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, όταν συνομολογείται η διάρκεια αυτής μέχρις ορισμένου χρονικού σημείου ή μέχρι την εκτέλεση ορισμένου έργου, μετά την περάτωση του οποίου, παύει να ισχύει αυτοδικαίως. Επομένως, η διάρκεια της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι σαφώς καθορισμένη, είτε γιατί συμφωνήθηκε, ρητά ή σιωπηρά, είτε γιατί προκύπτει από το είδος και τον σκοπό της σύμβασης εργασίας. Χαρακτηριστικό της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι ότι τα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της.
Για τις περιπτώσεις εκείνες διαδοχικών συμβάσεων έργου ή εργασίας ορισμένου χρόνου, που καταρτίσθηκαν με το Δημόσιο, Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ., ο Άρειος Πάγος αποφάνθηκε ότι αυτές είχαν προσλάβει ήδη τον χαρακτήρα της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, κατ' ορθό νομικό χαρακτηρισμό, παρά την τυχόν απαγόρευση από το νόμο της συνάψεώς τους, ως τέτοιες.
πηγή
Συμβασιούχοι Δαεμ
Απο τον Βασίλη Αγγελόπουλο
Η σύμβαση μισθώσεως έργου που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι αυτοδικαίως και καθ' ολοκληρίαν άκυρη. Σύμφωνα με απόφαση του Αρείου Πάγου, τυχόν ανανέωση ή παράταση της συμβάσεως μισθώσεως έργου απαγορεύεται και είναι αυτοδικαίως άκυρη.
Στην απόφαση τονίζεται ότι «σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπάρχει, όταν οι συμβαλλόμενοι δεν έχουν συμφωνήσει ορισμένη διάρκεια για την παροχή της εργασίας, ούτε η χρονική αυτή διάρκεια συνάγεται από το είδος και τον σκοπό της εργασίας». Αντίθετα, θεωρείται σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, όταν συνομολογείται η διάρκεια αυτής μέχρις ορισμένου χρονικού σημείου ή μέχρι την εκτέλεση ορισμένου έργου, μετά την περάτωση του οποίου, παύει να ισχύει αυτοδικαίως. Επομένως, η διάρκεια της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι σαφώς καθορισμένη, είτε γιατί συμφωνήθηκε, ρητά ή σιωπηρά, είτε γιατί προκύπτει από το είδος και τον σκοπό της σύμβασης εργασίας. Χαρακτηριστικό της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι ότι τα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της.
Για τις περιπτώσεις εκείνες διαδοχικών συμβάσεων έργου ή εργασίας ορισμένου χρόνου, που καταρτίσθηκαν με το Δημόσιο, Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ., ο Άρειος Πάγος αποφάνθηκε ότι αυτές είχαν προσλάβει ήδη τον χαρακτήρα της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, κατ' ορθό νομικό χαρακτηρισμό, παρά την τυχόν απαγόρευση από το νόμο της συνάψεώς τους, ως τέτοιες.
πηγή
Συμβασιούχοι Δαεμ