Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Εκκλησία της Ελλάδος

Ολόκληρη η επιστολή Ιερώνυμου σε Γαβρόγλου: Το φαινόμενο του επιθετικού αντιχριστιανισμού αμφισβητεί τον ίσο σεβασμό των δικαιωμάτων

Pentapostagma.gr

Την έντονη αντίδραση της Εκκλησίας προκάλεσε η καταγγελία υπαλλήλου του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ) ότι η διευθύνουσα σύμβουλος του Ελένη Γιαννακοπούλου πέταξε εικόνα της Παναγίας στα σκουπίδια παραμονές του Δεκαπενταύγουστου.

Μετά τη συνεδρίαση της ΔΙΣ τις προηγούμενες μέρες αποφασίσθηκε και συντάχθηκε η παρακατω επιστολή προς τον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου, την οποία υπογράφει ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος ως πρόεδρος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.

Σε αυτή ο κ. Ιερώνυμος αναρωτιέται αν “από την απαγόρευση να υποχρεωθεί κανείς να αποκαλύψει, παρά τη θέλησή του, τα θρησκευτικά του φρονήματα, θα φθάσουμε στην αντίστροφη απαγόρευση του δικαιώματος να καθιστά ο καθένας εμφανές το θρησκευτικό του συναίσθημα στο δημόσιο χώρο;”

Συμπληρώνει προειδοποιητικά μάλιστα πως “η δική μας ανεκτική στάση ως ορθοδόξων χριστιανών δεν απαλλάσσει την Πολιτεία από το λειτούργημά της να παρεμβαίνει και να προστατεύει”.

Η επιστολή αναφέρει:

Πρωτ. 3935
Αριθμ. Διεκπ. 1711
Αθήνησι 31η Αυγούστου 2017

Προς
Τον Αξιότιμο
κ. Κωνσταντίνο Γαβρόγλου
Υπουργό Παιδείας, Έρευνας
και Θρησκευμάτων
Εις Αμαρούσιον


Αξιότιμε κ. Υπουργέ,

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά την σημερινή Της Συνεδρία έλαβε γνώση των αναφορών δύο υπαλλήλων του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π., οι οποίες, κατόπιν της αρνητικής αντιδράσεως της Διευθύνουσας Συμβούλου, ζήτησαν από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού και το εποπτεύον Υπουργείο σας να τους απαντήσει, εάν απαγορεύεται να φέρουν τα θρησκευτικά σύμβολα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού ή να έχουν ιερές εικόνες επάνω στο γραφείο εργασίας τους. Η Δ.Ι.Σ. απεφάσισε την αποστολή της παρούσας, προκειμένου να δηλώσει την λύπη και διαμαρτυρία Της για το δυσάρεστο συμβάν σε βάρος των δικαιωμάτων εργαζομένων, που είναι μέλη της Εκκλησίας μας. Προκαλούνται εύλογες απορίες : από την απαγόρευση να υποχρεωθεί κανείς να αποκαλύψει, παρά τη θέλησή του, τα θρησκευτικά του φρονήματα, θα φθάσουμε στην αντίστροφη απαγόρευση του δικαιώματος να καθιστά ο καθένας εμφανές το θρησκευτικό του συναίσθημα στο δημόσιο χώρο;

Η διαμαρτυρία και η λύπη μας, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι θα παρασυρθούμε σε επίδειξη εμπάθειας. Η ηθική διαφορά του μηνύματος της Εκκλησίας έγκειται στο ότι εύχεται και προσεύχεται «υπέρ των μισούντων και αγαπώντων ημάς». Θεωρούμε, για τον λόγο αυτόν, αξιέπαινη και χριστιανική την στάση των θιγόμενων εργαζομένων, οι οποίες δεν ζήτησαν την άσκηση διώξεως κατά της προισταμένης τους, ει μη μόνον να αναγνωρισθεί ρητώς από τον εργοδότη τους η ελευθερία εκδηλώσεως της θρησκευτικής πίστεώς τους στον χώρο εργασίας τους. Η Εκκλησία της Ελλάδος, ως κοινότητα κλήρου και λαού, συμπαρίσταται στο δίκαιο και δημοκρατικό αίτημα των εργαζομένων και αναμένει την απάντηση της εργοδοτικής πλευράς και του υμετέρου Υπουργείου. Θα αποτελούσε ωφέλιμη υπηρεσία στον τόπο, εάν το Υπουργείο σας με την παρούσα ευκαιρία απεδείκνυε ότι είναι άξια προστασίας η θρησκευτική ελευθερία για όλους, τόσο για την πλειοψηφία των ορθοδόξων χριστιανών, όσο και για τις μειοψηφίες των ετεροδόξων, ετεροθρήσκων ή των μη θρησκευόντων.

Θα ενθυμείσθε πως τον Μάιο του 2009 στο άκουσμα της ειδήσεως ότι κατά τη διάρκεια σωματικού ελέγχου από αστυνομικό σε μουσουλμάνο καταστράφηκαν σελίδες του Κορανίου, που είχε μαζί του ο ελεγχόμενος, είχαν προκληθεί βίαια επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας, πριν καν εξακριβωθούν οι συνθήκες του περιστατικού. Οι κρατικοί κανόνες λοιπόν, που προστατεύουν την κοινωνική ειρήνη από τις προσβολές του ενός της θρησκευτικής πίστεως του άλλου, έχουν παρόντα και ισχύοντα λόγο υπάρξεως. Και η δική μας ανεκτική στάση ως ορθοδόξων χριστιανών δεν απαλλάσσει την Πολιτεία από το λειτούργημά της να παρεμβαίνει και να προστατεύει.

Κλείνοντας θα μας επιτρέψετε μία διαπίστωση για τον φανατισμό. Στην Ελλάδα οι απόπειρες από πολιτικές τάσεις, ακτιβιστικές ενώσεις ή δημόσια πρόσωπα για την προβολή και αναγνωρισιμότητα της αθείας συνήθως εξαντλούνται σε μονοσήμαντη αντιπαράθεση με την ορθόδοξη Εκκλησία. Η έλλειψη νηφαλιότητας, η επιθετικότητα, οι διακωμωδήσεις και οι προσβολές, που εκδηλώνουν κατά των ορθοδόξων χριστιανών δίδουν την εντύπωση ότι πρόκειται μάλλον για απογοητευμένους χριστιανούς, παρά για συνειδητοποιημένους άθεους, που σέβονται την θρησκευτική πίστη του άλλου.

Προκαλεί βεβαίως έκπληξη πως είναι δυνατόν τόση εμμονή για την εξαφάνιση ειδικά της ορθόδοξης Εκκλησίας από τη δημόσια ζωή να προέρχεται από ανθρώπους, που υποτίθεται ότι εμφορούνται από θρησκευτική αδιαφορία. Είναι και αυτή μία κατηγορία θρησκευτικού φανατισμού μάλλον απειλητικότερη για την κοινωνική συνοχή από την ατομική θρησκοληψία.

Το φαινόμενο του επιθετικού αντιχριστιανισμού, που διεκδικεί και επαίνους προοδευτικότητας, αξίζει προσοχής από το Υπουργείο σας, επειδή αμφισβητεί τον ίσο σεβασμό των δικαιωμάτων, με το διχαστικό επιχείρημα ότι η πλειοψηφία είναι απειλή για τις μειοψηφίες και, επομένως, δεν αξίζει προστασίας.

Με την πεποίθηση ότι τυγχάνει της κατανοήσεώς σας η σημασία των ως άνω εκτεθέντων, και με την ελπίδα ότι στον σχεδιασμό και στις αποφάσεις σας θα συνεξετάσετε τις σχετικές θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, σας απευθύνουμε την ευχή ο Θεός να σας ευλογεί και να σας ενισχύει στα ευθυνοφόρα καθήκοντά σας.

Ο Αθηνών ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ, Πρόεδρος