Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2018

Η Γερμανία μεταξύ των χωρών με τη μεγαλύτερη κοινωνική ανισότητα



Μολονότι η οικονομία της Γερμανίας αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς, τα δημόσια ταμεία κινούνται διαρκώς σε ρυθμούς πλεονασμάτων και η απασχόληση αυξάνεται σημαντικά, η ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλουσίων στη Γερμανία μεγαλώνει συνεχώς. Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατη έρευνα της Credit Suisse συγκαταλέγεται στις χώρες με τη μεγαλύτερη κοινωνική ανισότητα.

Για τους λόγους του φαινομενικού αυτού παραδόξου μίλησε στη δημόσια Γερμανική Ραδιοφωνία (Deutschlandfunk) ο επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) Μάρτσελ Φράτσερ: «Ασφαλώς και η αγορά από μόνη της δεν μπορεί να προχωρήσει σε διορθώσεις. Διότι πολλοί άνθρωποι δεν συμμετέχουν σε αυτό το αναπτυξιακό γίγνεσθαι και δεν επωφελούνται. Την ίδια ώρα διαπιστώνουμε βέβαια ότι ένας από τους λόγους της ανισότητας αυτής είναι και το γεγονός ότι δεν αποτελούν όλοι μέρος αυτής της ανάπτυξης. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι άνθρωποι δεν έχουν να φάνε ή ότι δεν έχουν στέγη, αλλά το ότι κάποιοι ωφελούνται από την ανάπτυξη και άλλοι όχι. Οι κατώτεροι μισθοί δεν αυξάνονται σχεδόν καθόλου. Πρόκειται λοιπόν για μια εντελώς άνιση κατανομή και η πολιτική κάνει ελάχιστα για να τη διορθώσει».

Ο γνωστός οικονομολόγος διευκρινίζει ότι η φτώχεια στη Γερμανία είναι σχετική και πως συχνά πολλοί την αντιλαμβάνονται με λάθος τρόπο: «Πολλοί νομίζουν ότι φτώχεια σημαίνει να μην έχει κανείς σπίτι ή να πεινά. Δεν μιλάμε γι΄ αυτό, διότι η Γερμανία είναι ένα πολύ ισχυρό κοινωνικό κράτος. Αντιθέτως, μιλάμε περισσότερο για ισότητα ευκαιριών και συμμετοχής. Για το συναίσθημα που έχουν πολλοί ότι δεν μπορούν πλέον να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή του τόπου, ότι δεν μπορούν να πάνε στο θέατρο ή για καφέ, ότι δεν μπορούν να δώσουν στα παιδιά τους πράγματα που δίνουν άλλοι γονείς. Αυτό είναι το ζήτημα, ότι πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι είναι στο περιθώριο και πιστεύουν ότι δεν μπορούν να συμμετέχουν και να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες».

Η λύση όμως, σύμφωνα με τον ειδικό, δεν είναι η αναδιανομή του εισοδήματος. «Όχι, η αναδιανομή δεν λύνει το πρόβλημα σε μακροπρόθεσμη βάση. Διότι στη Γερμανία έχουμε μια οικονομική κατάσταση όπου υπάρχουν αρκετά για όλους. Υπάρχουν υπεραρκετές καλοπληρωμένες δουλειές. Την ίδια ώρα όμως ένας στους πέντε εργαζόμενους στη Γερμανία σήμερα […] είναι χαμηλόμισθος. Το ζητούμενο είναι η δημιουργία καλύτερων θέσεων εργασίας. Καταρχάς θα πρέπει να ενταχθούν στην αγορά εργασίας όσοι δεν εργάζονται και στη συνέχεια θα πρέπει να δοθεί στους εργαζόμενους η δυνατότητα καλύτερης εργασίας έναντι καλύτερων μισθών προκειμένου να μπορούν να ζήσουν από αυτά που βγάζουν. Αυτό προϋποθέτει επαγγελματική κατάρτιση διότι στη Γερμανία έχουμε ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων με χαμηλή ειδίκευση, που εν μέρει δεν έχουν καν σχολικό απολυτήριο. Το ζητούμενο όμως επίσης είναι να αμείβονται οι άνθρωποι επί της αρχής με ένα δίκαιο αντίτιμο για τη δουλειά τους. Εάν πετύχουν όλα αυτά, τότε θα λυθούν και πολλά από τα προβλήματα φτώχειας».

Αυτό που χρειάζεται σε κάθε περίπτωση η Γερμανία είναι μια γενική αύξηση του επιπέδου των μισθών, υποστηρίζει ο Φράτσερ: «Ναι! Οι μισθοί συνιστούν τεράστιο πρόβλημα. Το 2015 η Γερμανία εισήγαγε τον κατώτατο μισθό. Αφενός όμως το κατώτατο ωρομίσθιο είναι με 8,84 ευρώ ακόμη σχετικά χαμηλό. Ακόμη και με πλήρη απασχόληση δηλαδή, μετά 40 χρόνια η σύνταξη δεν θα φτάνει και θα χρειάζεσαι κρατική στήριξη. Αφετέρου γνωρίζουμε ότι δεν πληρώνεται παντού ο κατώτατος μισθός. Πολλοί δεν προστατεύονται από συλλογικές συμβάσεις και δεν αμείβονται δίκαια. Μόνον έτσι λοιπόν θα μπορούσε να λυθεί μεγάλο μέρος του προβλήματος …στη Γερμανία».

Πηγές: Deutschlandfunk, Deutsche Welle, ΑΠΕ-ΜΠΕ