Πρεμιέρα στο 1,14 ευρώ το λίτρο έκανε χθες το πετρέλαιο θέρμανσης, υποχρεώνοντας τους καταναλωτές να πληρώσουν 20,7% περισσότερο σε σχέση με την τιμή έναρξης της περυσινής χειμερινής περιόδου. Εκτίμηση της αγοράς είναι ότι οι τιμές θα κινηθούν φέτος σε υψηλά επίπεδα, καθώς αφενός η αποκλιμάκωση της τιμής του αργού στη διεθνή αγορά δεν φαίνεται να σταθεροποιείται και αφετέρου η φορολογία εξακολουθεί να παραμένει υψηλή και να αντιπροσωπεύει το 48% της τελικής τιμής του προϊόντος, ποσοστό που ενισχύει το κίνητρο για λαθρεμπόριο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας η μέση τιμή διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης της χειμερινής περιόδου τον Οκτώβριο του 2017 ήταν 94,4 λεπτά το λίτρο και στη λήξη της περιόδου τον Απρίλιο του 2018 ήταν 1,025 λεπτά το λίτρο.
Σε σχέση με πέρυσι (16/10/2017) η τιμή platts προμήθειας του πετρελαίου από τα διυλιστήρια έχει αυξηθεί κατά 36%, από τα 512,88 δολάρια ανά μετρικό τόνο στα 696,44 δολάρια.
Στην τελική τιμή διάθεσης του προϊόντος η άνοδος περιορίζεται στο 20,7%, με το περιθώριο κέρδους των εταιρειών να παραμένει «καθηλωμένο» στα 0,065 ευρώ ανά λίτρο μεσοσταθμικά.
Στην υψηλή φορολογία που εκτόξευσε τις τιμές στα ύψη, υποχρεώνοντας τα νοικοκυριά να αναζητήσουν εναλλακτικά καύσιμα για να ζεσταθούν, αποδίδει η αγορά την κατακόρυφη μείωση του πετρελαίου θέρμανσης τα χρόνια της κρίσης. Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε μια δεκαετία «εξαφανίστηκε» από την ελληνική αγορά το 62,4% του συνολικού όγκου, καθώς οι πωλήσεις περιορίστηκαν από τους συνολικά 3.117 μετρικούς τόνους το 2008 στους μόλις 1.172 μετρικούς τόνους το 2017. Την ίδια περίοδο, στο σύνολο της δασμολογημένης αγοράς όλων των καυσίμων (βενζίνες, πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο θέρμανσης, λοιπά), η κατανάλωση περιορίστηκε κατά 38%. «Είναι σαν να έχει μειωθεί ο πληθυσμός της Ελλάδας κοντά στα 6 εκατ. πολίτες», όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ Ρομπέρτο Καραχάννας.
Η ανάλυση της τιμής της αντλίας από το 2009-2018 που έχει επεξεργαστεί ο ΣΕΕΠΕ και παρουσιάζει σήμερα η «Κ», δείχνει ξεκάθαρα τη σημαντική επίπτωση της φορολογίας στη διαμόρφωση της τιμής. Από ποσοστό 37% εκτοξεύτηκε στο 41% το 2010 με την πρώτη αύξηση του ΕΦΚ. Το 2012, προ της επιβολής νέας αύξησης στον ΕΦΚ, η φορολογία αντιπροσώπευε το 32% της τιμής στην αντλία και την ίδια χρονιά, αμέσως μετά την αύξηση στον ΕΦΚ, το ποσοστό έφτασε να αντιπροσωπεύει το 48%, ενώ το 2016 έφτασε στο 50%, που είναι και το υψηλότερο σημείο της περιόδου, και σημείωσε μικρή αποκλιμάκωση το 2017 στο 49% για να διαμορφωθεί το 2018 στο 48% της τελικής τιμής, επίπεδο που παραμένει πολύ υψηλό.
Το ίδιο διάστημα εταιρείες και πρατήρια υποχρεώνονται να περιορίσουν σημαντικά το περιθώριο κέρδους για να ενισχύσουν τη ζήτηση του προϊόντος.
Ζητούν μείωση του ΕΦΚ
Την αύξηση του ΕΦΚ ενοχοποιεί και η Ομοσπονδία Βενζινοπωλών για τη συρρίκνωση του κλάδου, και με αφορμή τη νέα έναρξη της περιόδου διακίνησης ζητεί την άμεση μείωσή του από τα 28 λεπτά το λίτρο που είναι σήμερα, στα 6 λεπτά. Η Ομοσπονδία αναφέρει ότι η αύξηση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης «επέδρασε καταστροφικά τόσο στον κλάδο των βενζινοπωλών, αφού συνετέλεσε σε σημαντικό βαθμό μαζί με τα άλλα μέτρα του μνημονίου στο κλείσιμο 2.500 πρατηρίων, αλλά και στη θέρμανση των ανθρώπων και στο περιβάλλον και στα έσοδα του κράτους». Τα περισσότερα νοικοκυριά πάντως αναμένουν την έκδοση της νέας υπουργικής απόφασης για το επίδομα θέρμανσης, προκειμένου να γεμίσουν τους καυστήρες.
Πηγή