Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Επεσε και το άβατο της πρώτης κατοικίας

 
Του Θωμά Κιούση*

Έπεσε και το άβατο της πρώτης κατοικίας. Άλλη μία «σκληρή» διαπραγμάτευση με τους δανειστές ολοκληρώθηκε με τη χώρα στριμωγμένη και τη λογική του μη χείρον βέλτιστον. Αυτή τη φορά για να πάρουμε τη δόση των 2 δισ. ευρώ συν τα 10 δισ. για τις τράπεζες.

Οι πολίτες «ζαλισμένοι»αναζητούν διέξοδο, ενώ για πολλούς όλα αυτά είναι μια οδυνηρή έκπληξη. Περίμεναν κάτι διαφορετικό. Και όμως τα δύσκολα δεν έχουν περάσει. Αντίθετα, η συνέχεια θα είναι ακόμα πιο δύσκολη σε μια κοινωνία που έχει χτυπήσει «κόκκινο» προ πολλού.

Μια ακόμη παράμετρος είναι ότι οι συζητήσεις ολοκληρώθηκαν μετά από βασανιστικές και πολυήμερες διαβουλεύσεις, μέχρι το στάδιο της ρώσικης ρουλέτας.

Οι πολίτες φαίνεται ότι εκτός από τα δεινά της κρίσης, θα πρέπει να συνηθίσουν να ζουν και σε καθεστώς … νευρικού κλονισμού.

Γιατί είναι φυσικό να επανέρχεται ο φόβος και η αβεβαιότητα, καθώς νωπές είναι οι μνήμες από τα γεγονότα του καλοκαιριού που μετά από έξι μήνες διαπραγματεύσεων, κατέληξαν στο κλείσιμο των τραπεζών και στο τρίτο μνημόνιο.

Άλλο ένα θρίλερ λοιπόν, άλλη μια φορά στο παρά πέντε και με το πιστόλι στον κρόταφο με ορατό τον κίνδυνο του «ατυχήματος».

Για ποιο λόγο όμως;

Μα για να πάμε μέχρι την επόμενη στάση, όπου θα «παλαίψουμε» για να πάρουμε την επόμενη δόση με νέα προαπαιτούμενα που θα φέρουν νέα σκληρά μέτρα, με τη χώρα σε ακόμα χειρότερη θέση για να πάμε έτσι στις επόμενες στάσεις.

Στη ουσία δηλαδή, τίποτα δεν έχει αλλάξει τα 5,5 τελευταία χρόνια των μνημονίων. Εφαρμόζονται οι ίδιες πολιτικές που μας βυθίζουν όλο και πιο βαθιά σε ένα φαύλο κύκλο χωρίς διέξοδο.

Η Lagarde είχε πει μετά το πρώτο μνημόνιο του ΓΑΠ ότι θα κριθεί στην εφαρμογή. Η Ελληνική πλευρά από την πορεία των εξελίξεων αποδείχθηκε ότι έβλεπε τα πράγματα διαφορετικά. Θεωρούσε ότι η πραγματική υποχρέωση εξαντλούνταν στην υπογραφή των συμφωνιών και στη συνέχεια κάτι θα γίνει και θα συνεχίσουμε να κάνουμε ότι και πριν χωρίς προσαρμογές στη νέα πραγματικότητα, χωρίς να αντιμετωπιστούν οι συντεχνιακές λογικές και τα πραγματικά αίτια που μας οδήγησαν σε αυτήν την κατάσταση.

Η Ελληνική πλευρά εμφανίζεται στην πραγματικότητα απρόθυμη να κάνει οποιαδήποτε ουσιαστική μεταρρύθμιση και μοιραία το βάρος πέφτει στην άγρια φορολόγηση που δημιουργεί αδικίες, βαθαίνει την ύφεση και ανατροφοδοτεί την κρίση.

Και επειδή όλα στηρίζονται σε ένα παιχνίδι ισορροπιών και πελατειακής λογικής, τελικά την πληρώνουν περισσότερο οι πιο αδύναμοι κρίκοι στο παιχνίδι των σχέσεων με την εξουσία. Ταυτόχρονα η έλλειψη σχεδιασμού και η λειτουργία σε καθεστώς πανικού, καταλήγει συχνά στην εφαρμογή της επιστημονικής μεθόδου του … όποιον πάρει ο χάρος.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ανακοινώσεις για φορολόγηση στο κρασί (που πλήττει την Ελληνική παραγωγή και όχι κάποιο εισαγόμενο προϊόν), αφού δεν «κάθησε» στη μπύρα, στα ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια και πάει λέγοντας.

Και έτσι περνούν οι μήνες και τα χρόνια και η κατάσταση αντί να βελτιώνεται χειροτερεύει. Η χώρα χρειάζεται μια «έκρηξη», μια επανεκκίνηση που δε γίνεται χωρίς πραγματικές μεταρρυθμίσεις. Πρέπει να τολμήσει τη ρήξη με το χθες και να χτίσει ένα καινούργιο μέλλον σε νέες βάσεις.

Το θέμα είναι αν αυτό θα γίνει γρήγορα ή θα σβήσουν εντελώς τα … φώτα και χρειαστεί να ξεκινήσουμε από το μηδέν.

*Οικονομολόγος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Θηβαίων