Τα Βάγια είναι από τα μεγαλύτερα και ομορφότερα κεφαλοχώρια της επαρχίας Θηβών. Έχουν 4.535 κατοίκους και είναι κτισμένα στις παρυφές των λόφων που οδηγούν στις Θεσπιές. Η κτίση των Βαγίων χάνεται μέσα στους αρχαίους και μεσαιωνικούς μύθους.
Σύμφωνα με την «ιστορία της Βοιωτίας» του Γεωργίου Τσεβά κατά την διάρκεια της Φραγκοκρατίας 1205-1456 τα Βάγια ήσαν Τιμάρια Φράγκων μεγιστάνων.
Οι Φράγκοι είχαν υπό τον έλεγχο τους τον πλούσιο κάμπο των Βαγίων όπου ήταν κατάφυτος από μουριές (Μωρόκαμπος). Τα φύλλα από τις μουριές τα χρησιμοποιούσαν σαν πρώτη ύλη για τη μεγάλη βιομηχανία μεταξιού που υπήρχε αυτή την περίοδο στην περιοχή των Θηβών.
Ελάχιστες μαρμάρινες πλάκες καθώς και θραύσματα από φράγκικα οικόσημα μπορεί να δει κανείς στο χώρο της εκκλησίας των Βαγίων, γεγονός που μαρτυρεί τη σημαντική παρουσία των Φράγκων την αποχή αυτή στο χώρο των Βαγίων. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας τα πλούσια κτήματα καθώς και οι κατοικίες των Φράγκων πέρασαν στα χέρια των Τούρκων.
Σύμφωνα με μία εκδοχή τα κτήματα και ολόκληρη η περιοχή των Βαγίων ήταν στην κατοχή μίας Τουρκάλας πριγκίπισσας η οποία ονομαζόταν Βάια (=Βέησσα). Από την Τουρκάλα Βάια πήρε την ονομασία το χωριό Βάγια. Από τις αποθήκες (Κασνέ) όπου συγκεντρώνονταν τα αγροτικά προϊόντα του πλούσιου κάμπου των Βαγίων και βρίσκονταν λίγο πιο κάτω από την κατοικία της Βάιας πήρε το όνομα του το μικρό χωριό Κασνέσι που δημιουργήθηκε στο χώρο των αποθηκών.Όταν οι Βαγαίοι επανήλθαν από τη Σαλαμίνα, το Πόρο και τα Μέγαρα καθώς και από τα στρατιωτικά τμήματα που είχαν καταταγεί και πολεμούσαν καθ΄ όλη τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγών του 1821 αλλά και οι εναπομείναντες ντόπιοι, έπρεπε να «ξαναστήσουν» τη ζωή τους από την αρχή, στην ελεύθερη όμως πια περιοχή των Βαγίων, του Κασνεσίου και του Μορόκαμπου.
Οι Τούρκοι τιτλούχοι αποχωρώντας πουλούσαν σε εξευτελιστικές τιμές κτήματα και γη αλλά η έλλειψη οικονομικών μέσων από τους ντόπιους δεν επέτρεπε την αγορά γης.
Η οικονομία αυτής της περιόδου στη Βοιωτία είναι «τυπικά» αγροτική και τα κυριότερα προϊόντα που καλλιεργούνταν και διατίθενταν ήταν δημητριακά, όσπρια, σουσάμι, πεπόνια, καλαμπόκι, λίγο μπαμπάκι, κρασί, λάδι, μέλι και κερί, τα αμύγδαλα, ο καπνός και τα ψάρια από την Κωπαΐδα και το Λικέρι καθώς και βασικά κτηνοτροφικά προϊόντα. Ο νομός Βοιωτίας μετά την απελευθέρωσή του από τον τουρκικό ζυγό (Συνθήκη Κωνσταντινούπολης, 27-6-1832) παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη διοικητική ιστορία της Ελλάδας με το Διάταγμα της 3ης Απριλίου 1843, ΦΕΚ 12/1833 «περί της διαρέσεως του βασιλείου και της διοικήσεως του», άρθρο10.
http://diaylos-9.blogspot.gr/