Σχεδόν ένας στους τέσσερις γονείς (22%) αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ελέγξει τι βλέπει ή τι κάνει το παιδί του όταν βρίσκεται συνδεδεμένο στο διαδίκτυο, σύμφωνα με στοιχεία έρευνας των εταιρειών Kaspersky Lab και της B2B International.Παράλληλα, η ίδια μελέτη υπογραμμίζει ότι σχεδόν οι μισοί γονείς (48%) ανησυχούν ότι τα παιδιά τους μπορεί να πέσουν θύματα cyber-bullying.
Ως μέρος μιας παγκόσμιας εκστρατείας με στόχο την εκπαίδευση και την υποστήριξη των παιδιών και των γονέων στην καταπολέμηση του cyber-bullying, η Kaspersky Lab διοργάνωσε συζήτηση με υψηλού επίπεδου ομιλητές σχετικά με το ζήτημα, στο πλαίσιο του Mobile World Congress 2015, στη Βαρκελώνη.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι οι καλοπροαίρετες προσπάθειες των ενηλίκων να δώσουν στα παιδιά τους «ιδιωτικό χώρο», θα μπορούσε, στην πραγματικότητα, να τα καθιστά πιο ευάλωτα στην διαδικτυακή παρενόχληση και κακοποίηση. Για παράδειγμα, μόνο το 19% δηλώνει ότι είναι «φίλος» με τα παιδιά του ή τα «ακολουθεί» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μόλις το 39% παρακολουθεί την διαδικτυακή δραστηριότητα των παιδιών του. Επίσης, μόλις το 38% έχει μιλήσει στα παιδιά του για τους κινδύνους στο διαδίκτυο, γεγονός που θα μπορούσε να αντανακλά έλλειψη αυτοπεποίθησης και κατανόησης.
Σύμφωνα με τη μελέτη, τα παιδιά είναι συχνά απρόθυμα να παραδεχτούν ότι έχουν πέσει θύματα cyber-bullying. Ένας στους τέσσερις (25%) γονείς, των οποίων τα παιδιά είχαν παρενοχληθεί στο διαδίκτυο, δήλωσε ότι μεσολάβησε μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να το αντιληφθεί. Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, καθώς η διαδικτυακή κακοποίηση μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε bullying στον πραγματικό κόσμο, όπως έχει παρατηρήσει το 26% των γονέων που τα παιδιά τους έχουν αντιμετωπίσει σχετικά περιστατικά.
Ο Γιουτζίν Κασπέρσκι, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δήλωσε: «Το διαδίκτυο προσφέρει πολλά οφέλη, αλλά δυστυχώς επιτρέπει και σε ορισμένους ανθρώπους να δρουν με βάση τα πιο καταστροφικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης. Στις μέρες μας, το cyber-bullying αποτελεί ένα πολύ διαδεδομένο πρόβλημα. Για τα θύματα, το ψυχολογικό τραύμα μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλο και μακροχρόνιο. Πιθανότατα δεν υπάρχει κάποια αμιγώς τεχνολογική απάντηση, αλλά πρέπει να μιλήσουμε γι' 'αυτό, ώστε να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση γύρω από το θέμα και να βοηθήσουμε τους νέους ανθρώπους και τους γονείς τους να απολαμβάνουν με ασφάλεια τα καλά πράγματα που το Διαδίκτυο έχει να τους προσφέρει».
Από την πλευρά της, η Τζάνις Ρίτσαρντσον, σύμβουλος του European Schoolnet και συνιδρυτής του Insafe, κατά τη δημόσια συζήτηση στο Mobile World Congress, σχολίασε: «Το cyber-bullying και το bullying γενικώς είναι σίγουρα ένα θέμα που απασχολεί τους νέους και πρέπει να αντιμετωπιστεί με μια ολιστική προσέγγιση, η οποία θα περιλαμβάνει τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, καθώς και τα ίδια τα παιδιά και τους εφήβους. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι τα εργαλεία επικοινωνίας έχουν εξελιχθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά η ανάπτυξη σχετικών δεξιοτήτων δεν ακολουθεί την ίδια πρόοδο».
Η μακροπρόθεσμη συναισθηματική επίδραση του cyber-bullying μπορεί να είναι καταστροφική για τους νέους και οι γονείς πρέπει να το γνωρίζουν αυτό, ώστε να μπορούν να ενεργήσουν για να το σταματήσουν. Η έρευνα διαπίστωσε ότι το 44% των γονέων με παιδιά που είχαν υποστεί cyber-bullying, παρενέβη για να το αποτρέψει, αλλά πάνω από τους μισούς δεν έλαβαν καμία δράση.