Είναι σαφές πως οι κοινωνίες υπάρχουν και εξελίσσονται στηριγμένες σε στοιχεία φαντασιακά. Ο Καστοριάδης επικαλείτο τη «φαντασιακή θέσμιση των κοινωνιών», που ανέκαθεν καθόριζε και εξακολουθεί να καθορίζει τους συλλογικούς και ατομικούς στόχους, τις προτεραιότητες της καθημερινής ζωής, τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους, τον τρόπο διάρθρωσης των κοινωνιών. Όμως όλα αυτά προέρχονται από τον τρόπο νοηματοδότησης της ζωής και της ύπαρξης, άρα κατ’ ουσίαν πρόκειται περί «φιλοσοφικής θέσμισης».
Αυτή η φιλοσοφική θέσμιση σχηματοποιείτο σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε θρησκείες. Αδοκίμως όμως, γιατί δεν επρόκειτο για επιβολές τρόπου συμπεριφοράς επί ποινή κολάσεως ή και θανάτου, όπως σήμερα συμβαίνει με τις θρησκείες, αλλά για προσπάθειες «κατ’ Αλήθειαν βίου». Επρόκειτο για σχηματοποιήσεις δίκην αρθρώσεων μεταξύ των ανθρώπων και αυτού που κάθε φορά θεωρείτο κοσμική και ιστορική πραγματικότητα ή προϋπάρχουσα αρχή του παντός, που ολοκλήρωνε τον άνθρωπο ως ύπαρξη, που του έδινε υπαρξιακή εμβέλεια, θέση και ρόλο.
Από τον 15o όμως αιώνα, άρχισε η μεγάλη αλλαγή στη Σκέψη, που ακολουθήθηκε με ολοένα και περισσότερο εντεινόμενη υπαρξιακή σύγχυση του ανθρώπου. Στην «επίσημη» διανόηση ο Κόσμος αποϊεροποιήθηκε, με την επικράτηση της νευτώνειας κοσμοεικόνας και της δαρβίνειας θεώρησης του ανθρώπου, οι λαοί όμως επέμεναν σε σχήματα του παρελθόντος. Σχήματα όμως πλέον νεκρά, δηλαδή χωρίς αντίκρισμα στον επικρατούντα τρόπο ζωής και σκέψης, σχήματα θεωρημένα μάλλον ως αντίδραση στην επιβαλλόμενη νεωτερική σκέψη, παρά ως συνειδητοί συλλογικοί στόχοι και βιωμένες αλήθειες. Αλλά δεν αντιδρούσαν μόνον οι λαοί στην νεωτερική αποστέρηση από τη ζωή κάθε ευρύτερης εμβέλειας. Περισσότερο συγκροτημένα κινήματα διανοουμένων, επιχειρηματολογούσαν στον αντίποδα αυτής της νεωτερικότητας και φάνηκαν περισσότερο αποδεκτά από τους λαούς – π.χ. ο ρομαντισμός του 19ου αιώνα – με απτά μάλιστα αποτελέσματα στη συγκρότηση των κοινωνιών. Όμως η σύγχυση είχε αναπόφευκτα εγκατασταθεί.
Η κοινωνία βρίσκεται έκτοτε σε μια χαοτική αναζήτηση υπαρξιακής ταυτότητας, μεταξύ ιδεών παλαιών και νέων. Η οποία μάλιστα αναζήτηση δείχνει να περιορίζεται στους κατ’ επάγγελμα διανοητές των Πανεπιστημίων, ερήμην των λαών. Πέρασε ο καιρός που, όπως έλεγε ο Νίτσε, οι φιλόσοφοι ήσαν τρόπον τινά φερέφωνα των λαών, συστηματοποιώντας τη Σκέψη και τους συλλογικούς στόχους των κοινωνιών τους.
Η σύγχυση στον 20ό αιώνα επιδεινώθηκε. Το χειρότερο είναι πως το οντολογικό κενό στο οποίο είχε περιπέσει η ανθρωπότητα έγινε – ηθελημένα ή και αθέλητα – πεδίο δράσης επιτηδείων της πολιτικής πρακτικής, πολιτικών που αιματοκύλισαν την Ευρώπη, προσφέροντας υπαρξιακά πεδία αναφοράς στους αναζητώντας υπαρξιακή θεμελίωση λαούς τους.
Το δυστύχημα όμως είναι πως όχι μόνο δεν έχουν ερμηνευτεί με αυτόν τον τρόπο οι παγκόσμιοι πόλεμοι του 20ού αιώνα – υπήρχαν ασφαλώς και άλλοι λόγοι, αλλά αυτός ήταν ο κύριος, καθόσον ήταν, κατά την άποψή μας, γενεσιουργός–, αλλά οι επιτήδειοι της πολιτικής θεωρίας και πράξης εξακολουθούν να κερδοσκοπούν επικίνδυνα μετερχόμενοι τέτοιων στρατηγικών. Τούτο τόσο για «εσωτερική κατανάλωση», π.χ. έχοντας «θρησκειοποιήσει» τον χριστιανισμό μετατρέποντάς τον σε μέσο επιβολής και προπαγάνδας προς τους λαούς, αλλά και χρησιμοποιώντας τις παραδόσεις των Περιφερειών της Δύσης διαστρέφοντάς τες, για δικά της πολιτικοοικονομικά συμφέροντα. Απολύτως ανήθικη αλλά και ανόητη τακτική, τακτική αλαζόνων που δεν μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους. Έτσι δημιούργησαν τους Ταλιμπάν, έτσι και τους σημερινούς ισλαμιστές τρομοκράτες. Έτσι βλακωδώς –ή σκοπίμως εγκληματώντας κατά της ανθρωπότητας – πολιτικές ηγεσίες της πέραν του ατλαντικού υπερδύναμης δημιούργησαν και ονομάτισαν έτσι τον «άξονα του κακού» με την 11η Σεπτεμβρίου, έτσι άρχισαν τους πολέμους δήθεν για πετρέλαια, έτσι προσπαθούν να ξαναχωρίσουν τον κόσμο με μια νέα «Γιάλτα».
Όλα αυτά γιατί και η Δύση στηρίζεται αυτάρεσκα στην μετατροπή της πολιτικής σε οικονομικίστικη θεωρία και πρακτική, θεωρώντας πως «έχει δέσει το γάιδαρό της». Όλα αυτά γιατί οι λαοί έχουν παραδοθεί στο οντολογικό κενό τους, όλα αυτά γιατί οι δήθεν πολιτικοί έχουν παραδώσει και τον εαυτό τους τον ίδιο – στην κυριολεξία – στις Τράπεζες. Ας ξαναδιαβάσουμε την «κοινωνία του θεάματος» του Guy Debord.
Το σημερινό πρόβλημα της ανθρωπότητας είναι φιλοσοφικό. Αν δεν γίνει προσπάθεια από τις σημερινές πολιτικές ηγεσίες φιλοσοφικής αναγέννησης του κόσμου, χωρίς πονηριές και υστεροβουλίες, αυτός σύντομα θα εισέλθει σε προπολιτικές καταστάσεις. Εάν δεν υπάρξει τέτοια πολιτισμική αναγέννηση, η Ευρώπη με μαθηματική ακρίβεια θα έχει μέσα σε μερικές δεκαετίες ισλαμοποιηθεί με τον τρόπο που επιθυμούν οι φονταμενταλιστές του ISIS. Αυτός ο αποπροσανατολισμένος ισλαμισμός άλλωστε βρίσκει ευήκοα ώτα ολοένα και περισσότερων νέων, εξ αιτίας του οντολογικού αδιεξόδου στο οποίο έχουν βρεθεί, νέων τόσο αυτόχθονων Ευρωπαίων όσο και δεύτερης και τρίτης γενιάς μεταναστών που βρέθηκαν να ζουν χωρίς πατρίδα εν μέσω αλαζόνων και ανοήτων.
Ιδού το πραγματικό πρόβλημα, ιδού το πραγματικό πεδίο άσκησης πολιτικής. Καμία όμως κυβέρνηση αλλά και κανένα πολιτικό κόμμα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, δείχνει να ασχολείται σοβαρά με το ζήτημα αυτό.
* Ο Νικήτας Χιωτίνης, είναι Καθηγητής ΤΕΙ, Δρ Αρχιτέκτων/msc Φιλοσοφίας