Το αλκοόλ παραμένει στον οργανισμό περισσότερη ώρα απ' όση νομίζουμε. Πόση ώρα πρέπει να περιμένουμε για να μπορούμε να οδηγήσουμε με ασφάλεια;
Το αλκοόλ δρα ως κατασταλτικό στον εγκέφαλο, το κέντρο ελέγχου του σώματος. Μπορεί να κάνει το άτομο που πίνει να αισθάνεται ευφορία για λίγο αλλά αυτό συνήθως ακολουθείται από απότομη πτώση της διάθεσης. Επιπλέον, κλέβει» νερό από τον εγκέφαλο και έτσι, καθώς το σώμα ξεκινά το μεταβολισμό του, το άτομο μπορεί να αισθανθεί ζαλάδα και πονοκέφαλο αν έχει καταναλώσει μεγάλη ποσότητα.
Από την άλλη, το συκώτι διασπά τη μεγαλύτερη ποσότητα από το αλκοόλ που καταναλώνουμε ενώ το υπόλοιπο αποβάλλεται από το σώμα μας μέσω της αναπνοής, των ούρων και του ιδρώτα. Το συκώτι περιέχει ένζυμα που διασπούν το αλκοόλ σε νερό και διοξείδιο του άνθρακα τα οποία είναι ακίνδυνα για το σώμα μας.
Παρ' όλα αυτά, το συκώτι μπορεί να διασπά μία μονάδα αλκοόλ περίπου την ώρα στους ενήλικες αφήνοντας το υπόλοιπο να κυκλοφορεί στο αίμα, τον εγκέφαλο και τα υπόλοιπα όργανα. Ωστόσο, ο χρόνος που χρειάζεται ποικίλλει ανάλογα με το βάρος, το ύψος, το φύλο, την ηλικία, το μεταβολισμό και την ποσότητα φαγητού που έχει καταναλωθεί πρωτύτερα.
Πότε μπορούμε να πιάσουμε το τιμόνι
Σίγουρα σας έχει τύχει, έστω και μια φορά, να πρέπει να «φυσήξετε». Έτσι, θα γνωρίζετε ότι η εξακρίβωση κατανάλωσης οινοπνεύματος από οδηγούς γίνεται είτε με ηλεκτρονική αλκοολομετρική συσκευή είτε με αιμοληψία. Ο ελεγχόμενος οδηγός θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό είναι από 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος ή πάνω από 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα. Δηλαδή με τη μέθοδο της αιμοληψίας το όριο είναι 0,50, ενώ με τη μέθοδο ηλεκτρονικής αλκοολομετρικής συσκευής (αυτή που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια ελέγχων από την ΕΛΑΣ στο δρόμο) το όριο είναι 0,25.
Σχετικά με την ποσότητα του αλκοόλ που είναι ικανή για να φτάσουμε το ανωτέρω όριο θα προσπαθήσουμε να καθορίσουμε κάποιες γενικές κατευθύνσεις με τους παράγοντες που αναφέραμε παραπάνω.
Την συγκέντρωση των 0,50 gr/l στο αίμα μπορεί κάποιος να την φτάσει με κατανάλωση 490ml μπύρας, 200 ml κρασιού, 60 ml ούζου ή 55ml ουίσκι ή βότκας. Με λίγα λόγια όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα ενός ποτού σε αιθυλική αλκοόλη τόσο λιγότερη ποσότητα είναι ικανή για να μας οδηγήσει στο νόμιμο όριο.
Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι συγκεκριμένες ποσότητες είναι ενδεικτικές, καθώς, για παράδειγμα, η ποσότητα μπύρας έχει υπολογιστεί με περιεκτικότητα αιθυλικής αλκοόλης 5% ενώ κυκλοφορούν στο εμπόριο και μπύρες περιεκτικότητας 10% ή και άνω, οι οποίες είναι ικανές να οδηγήσουν στην υπέρβαση του ορίου με την κατανάλωση της μισής ποσότητας από την προαναφερόμενη.
Η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ αποτελεί σοβαρό αδίκημα το οποίο μπορεί να οδηγήσει, πέρα από τα υπέρογκα πρόστιμα, σε σοβαρά.. έως και πολύ σοβαρά τροχαία ατυχήματα. Δεδομένου ότι -στην καλύτερη των περιπτώσεων- μπορεί να αφαιρεθεί από το δίπλωμα οδήγησης μέχρι –στην χειρότερη- μια ανθρώπινη ζωή καλό θα ήταν να αποφεύγουμε την οδήγηση κάθε φορά που έχουμε πιεί ένα ποτηράκι παραπάνω ακόμα κι αν η απόσταση που έχουμε να διανύσουμε είναι αμελητέα.
Το αλκοόλ δρα ως κατασταλτικό στον εγκέφαλο, το κέντρο ελέγχου του σώματος. Μπορεί να κάνει το άτομο που πίνει να αισθάνεται ευφορία για λίγο αλλά αυτό συνήθως ακολουθείται από απότομη πτώση της διάθεσης. Επιπλέον, κλέβει» νερό από τον εγκέφαλο και έτσι, καθώς το σώμα ξεκινά το μεταβολισμό του, το άτομο μπορεί να αισθανθεί ζαλάδα και πονοκέφαλο αν έχει καταναλώσει μεγάλη ποσότητα.
Από την άλλη, το συκώτι διασπά τη μεγαλύτερη ποσότητα από το αλκοόλ που καταναλώνουμε ενώ το υπόλοιπο αποβάλλεται από το σώμα μας μέσω της αναπνοής, των ούρων και του ιδρώτα. Το συκώτι περιέχει ένζυμα που διασπούν το αλκοόλ σε νερό και διοξείδιο του άνθρακα τα οποία είναι ακίνδυνα για το σώμα μας.
Παρ' όλα αυτά, το συκώτι μπορεί να διασπά μία μονάδα αλκοόλ περίπου την ώρα στους ενήλικες αφήνοντας το υπόλοιπο να κυκλοφορεί στο αίμα, τον εγκέφαλο και τα υπόλοιπα όργανα. Ωστόσο, ο χρόνος που χρειάζεται ποικίλλει ανάλογα με το βάρος, το ύψος, το φύλο, την ηλικία, το μεταβολισμό και την ποσότητα φαγητού που έχει καταναλωθεί πρωτύτερα.
Πότε μπορούμε να πιάσουμε το τιμόνι
Σίγουρα σας έχει τύχει, έστω και μια φορά, να πρέπει να «φυσήξετε». Έτσι, θα γνωρίζετε ότι η εξακρίβωση κατανάλωσης οινοπνεύματος από οδηγούς γίνεται είτε με ηλεκτρονική αλκοολομετρική συσκευή είτε με αιμοληψία. Ο ελεγχόμενος οδηγός θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό είναι από 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος ή πάνω από 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα. Δηλαδή με τη μέθοδο της αιμοληψίας το όριο είναι 0,50, ενώ με τη μέθοδο ηλεκτρονικής αλκοολομετρικής συσκευής (αυτή που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια ελέγχων από την ΕΛΑΣ στο δρόμο) το όριο είναι 0,25.
Σχετικά με την ποσότητα του αλκοόλ που είναι ικανή για να φτάσουμε το ανωτέρω όριο θα προσπαθήσουμε να καθορίσουμε κάποιες γενικές κατευθύνσεις με τους παράγοντες που αναφέραμε παραπάνω.
Την συγκέντρωση των 0,50 gr/l στο αίμα μπορεί κάποιος να την φτάσει με κατανάλωση 490ml μπύρας, 200 ml κρασιού, 60 ml ούζου ή 55ml ουίσκι ή βότκας. Με λίγα λόγια όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα ενός ποτού σε αιθυλική αλκοόλη τόσο λιγότερη ποσότητα είναι ικανή για να μας οδηγήσει στο νόμιμο όριο.
Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι συγκεκριμένες ποσότητες είναι ενδεικτικές, καθώς, για παράδειγμα, η ποσότητα μπύρας έχει υπολογιστεί με περιεκτικότητα αιθυλικής αλκοόλης 5% ενώ κυκλοφορούν στο εμπόριο και μπύρες περιεκτικότητας 10% ή και άνω, οι οποίες είναι ικανές να οδηγήσουν στην υπέρβαση του ορίου με την κατανάλωση της μισής ποσότητας από την προαναφερόμενη.
Η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ αποτελεί σοβαρό αδίκημα το οποίο μπορεί να οδηγήσει, πέρα από τα υπέρογκα πρόστιμα, σε σοβαρά.. έως και πολύ σοβαρά τροχαία ατυχήματα. Δεδομένου ότι -στην καλύτερη των περιπτώσεων- μπορεί να αφαιρεθεί από το δίπλωμα οδήγησης μέχρι –στην χειρότερη- μια ανθρώπινη ζωή καλό θα ήταν να αποφεύγουμε την οδήγηση κάθε φορά που έχουμε πιεί ένα ποτηράκι παραπάνω ακόμα κι αν η απόσταση που έχουμε να διανύσουμε είναι αμελητέα.