για την ασφάλεια των συνόρων της Ελλάδας και της Ε.Ε
«πρέπει να γίνει κατανοητό στην
Ε.Ε ότι τα ελληνικά σύνορα είναι και σύνορα της Ευρωπαικής Ένωσης γι’
αυτό και η προστασία τους αποτελεί όχι μόνο εθνική αλλά και ευρωπαική
προτεραιότητα».
Στις
Βρυξέλλες την 5 και 6/10/11 στην Διακοινοβουλευτική Συνάντηση
Επιτροπών Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων των
Εθνικών Κοινοβουλίων με θέμα «Δημοκρατική Λογοδοσία, σχετικά με την
Εσωτερική Στρατηγική Ασφαλείας, ο ρόλος των Europol-Eurojust και
Frontex», την Ελλάδα εκπροσώπησε η Βασιλική Τσόνογλου-Βυλλιώτη,
βουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ Ν. Βοιωτίας.
Η
βουλευτής ενώπιον των εθνικών βουλευτών και ευρωβουλευτών της
ευρωζώνης παρουσίασε την εισήγησή της με θέμα: «Η προστασία των συνόρων
της Ε.Ε και η ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και της συνεργασίας
στο χώρο του SCHENGEN».
Η εισήγησή της έχει ως εξής:
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, αποτελεί μία ξεχωριστή ευκαιρία για εμένα,
εκπροσωπώντας το ελληνικό κοινοβούλιο, να σας μιλάω για ένα τόσο
σημαντικό για τη χώρα μου ζήτημα.
Η
Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, πλήττεται σοβαρά
από τις δυσανάλογες μεταναστευτικές ροές στα εξωτερικά της σύνορα. Τα
εκτεταμένα χερσαία και θαλάσσια σύνορα και η εγγύτητα της με τις χώρες
διέλευσης και καταγωγής παράνομων μεταναστών την καθιστούν εξαιρετικά
ευάλωτη. Και επειδή οι αριθμοί είναι καμία φορά πολύτιμοι σύμμαχοι των
λέξεων σας αναφέρω ενδεικτικά: μόνο πέρυσι συνελήφθησαν στη χώρα μας
132.000 παράνομοι μετανάστες. Κατά το τρέχον έτος εντοπίσθηκαν και
συνελήφθησαν στην Ελλάδα 43.859 μη νόμιμοι μετανάστες, αριθμός μειωμένος
κατά 39.31% σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2010, ωστόσο
σε καμία περίπτωση καθησυχαστικός. Οι πρόσφατες δραματικές εξελίξεις
στη Βόρεια Αφρική επιβαρύνουν σημαντικά τους παράγοντες δημιουργίας
μεταναστευτικών ροών προς τη Νότια Ευρώπη, καλώντας μας σε εγρήγορση.
Το
ζήτημα της παράνομης μετανάστευσης είναι ένα πολυδιάστατο πρόβλημα.
Αποτελεί κατ’ αρχήν μεγάλο ανθρωπιστικό ζήτημα. Οι ελληνικές αρχές
διαχειρίζονται στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα χιλιάδες ψυχές, μεγέθη
που υπερβαίνουν τις δυνατότητές τους. Καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα
στην αγωνία και την ελπίδα των μεταναστών για μία καλύτερη ζωή και τις
ευθύνες, τις υποχρεώσεις και τις προσδοκίες της ελληνικής κοινωνίας, σε
συνθήκες δύσκολες. Το φαινόμενο της παράνομης μετανάστευσης αποτελεί
ζήτημα ασφάλειας για τη χώρα μας, που αφορά στην υπονόμευση της
κοινωνικής ειρήνης, της κοινωνικής σταθερότητας και της κοινωνικής
συνοχής. Η αδυναμία της Ελλάδος να διεκπεραιώσει αιτήσεις ασύλου ή να
οργανώσει τον επαναπατρισμό στις χώρες τους έχει μετατρέψει την πατρίδα
μας σε αποθήκη ψυχών. Ταλαιπωρημένων, βασανισμένων, απελπισμένων ψυχών
που αναζητούν οδούς διαφυγής προς τις πιο εύπορες χώρες της Ευρώπης και
εγκλωβίζονται στη χώρα μας καταφεύγοντας σε διάφορες πρακτικές,
προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τους.
Μία
από αυτές η αίτηση για την παροχή ασύλου. Ένα ζήτημα για το οποίο
συχνά ασκείται εντονότατη κριτική στην Ελλάδα. Επιτρέψτε μου να σας θέσω
τον εξής προβληματισμό: κατ΄ αρχάς η κριτική είναι δίκαιο να ασκείται
υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει ισότητα σε ό, τι αφορά τους όρους της
μετανάστευσης στα κράτη μέλη, γεγονός που επηρεάζει μοιραία και τους
όρους του ασύλου. Όταν καλείται κανείς να εξετάσει χιλιάδες,
καταχρηστικές στη συντριπτική τους πλειοψηφία αιτήσεις ασύλου τότε
μοιραία ο χρόνος που χάνεται είναι πολύ σημαντικός. Το εθνικό σύστημα
ασύλου δέχεται σημαντικές πιέσεις. Προκειμένου να καταστεί
αποτελεσματικότερη η λειτουργία του, εφαρμόζεται το σχέδιο δράσης για τη
μεταρρύθμιση του. Ωστόσο, προσπάθειες για τη βελτίωση των διαδικασιών
ασύλου και των συνθηκών διαβίωσης των αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα δεν
είναι δυνατόν να ευδοκιμήσουν αν παράλληλα, ταυτόχρονα και
συμπληρωματικά δεν συγκροτηθεί μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου και
μετανάστευσης. Το βάρος θα πρέπει να ανακατανεμηθεί με βάση πληθυσμιακά,
οικονομικά και γεωγραφικά κριτήρια. Η αναθεώρηση του Κανονισμού
Δουβλίνο ΙΙ και ιδιαίτερα η αρχή της αποκλειστικής αρμοδιότητας του
κράτους πρώτης παράνομης εισόδου, είναι και δίκαιη και επιβεβλημένη.
Στην παρούσα του μορφή, ο Κανονισμός επιβαρύνει υπέρμετρα και δυσανάλογα
τα κράτη μέλη στα εξωτερικά σύνορα, τα οποία ως εκ της γεωγραφικής τους
θέσεως καλούνται να εκτελέσουν τα καθήκοντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως
συνόλου. Είναι οξύμωρο να προσάπτεται αυτός ο ψόγος στην Ελλάδα. Και
χωρίς να διεκδικούμε στη χώρα αυτή την πατρότητα όλων των θεσμών,
ενδιαφέρον θα είχε να μελετούσε κανείς τις ρίζες του θεσμού στις τόσο
επίκαιρες σκέψεις του Αισχύλου, που καταγράφονται στην πρώτη σωζόμενη
τραγωδία του, τις Ικέτιδες. Ίσως με έκπληξη να διαπιστώνατε ότι το θέμα
αυτό, το τόσο επίκαιρο και τόσο παλιό, έχει τις ρίζες του στην
ελληνική πραγματικότητα.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι προσπάθησα να σας δώσω μία εικόνα της κατάστασης
στα σύνορα της Ελλάδας, που είναι όμως και σύνορα της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Αυτή από μόνη της η διαπίστωση αρκεί για να αποδείξει ότι το
πρόβλημα των μεταναστευτικών ροών στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής
Ένωσης δεν αποτελεί εθνικό αλλά ευρωπαϊκό πρόβλημα και ως τέτοιο θα
πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Η
συνδρομή του Frontex στην προσπάθεια των ελληνικών αρχών είναι κρίσιμη.
Το κεκτημένο του Σέγκεν προβλέπει την ενδυνάμωση των ελέγχων στα
εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς εκεί θα πρέπει να δοθεί
το βάρος για την αντιμετώπιση τυχόν ελλείψεων. Δηλαδή στην καλύτερη
αστυνόμευσή τους με σκοπό την αποτροπή των παράνομων εισόδων. Ο στόχος
αυτός μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί μέσω της ενίσχυσης του ρόλου του
Frontex. Η κοινή επιχείρηση Ποσειδών που διεξάγεται από το 2006 στα
χερσαία και θαλάσσια ελληνοτουρκικά σύνορα έχει αποδώσει καρπούς. Το
Επιχειρησιακό Γραφείο του Frontex στον Πειραιά, το οποίο λειτουργεί
πιλοτικά με στόχο την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της
επιχειρησιακής ικανότητας του Οργανισμού στην περιοχή της Ν/Α Μεσογείου,
αξιολογείται θετικά. Η Ελλάδα επιδιώκει τη μονιμοποίηση της λειτουργίας
του. Επίσης στηρίζουμε τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του τόσο στον
τομέα της αποτροπής εισόδου παράνομων μεταναστών στις ευρωπαϊκές χώρες,
όσο και στην άμεση επιστροφή την πατρίδα τους. Θα πρέπει επιτέλους να
δοθεί λύση στο ζήτημα των υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι διαμένουν
παράνομα στα κράτη μέλη αλλά η απομάκρυνση τους δεν είναι εφικτή για
τεχνικούς ή άλλους λόγους. Η σύναψη συμφωνιών επανεισδοχής είναι ένα
πρακτικό εργαλείο για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Τόσο η κοινοτική
πολιτική εθελούσιων και αναγκαστικών επιστροφών, όσο και η άμεση
προώθηση και ουσιαστική εφαρμογή των συμφωνιών επανεισδοχής θα πρέπει να
ενταχθούν στο συνολικό πλέγμα των σχέσεων της Ένωσης με κάθε τρίτη
χώρα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε θέση να ασκήσει τις κατάλληλες πιέσεις
και να παράσχει τα απαιτούμενα κίνητρα προς τρίτες χώρες προκειμένου να
συνεργαστούν. Η περίπτωση της Τουρκίας, τα σύνορα με την οποία
εξακολουθούν να αποτελούν τη βασική είσοδο λαθρομεταναστών, είναι
ενδεικτική. Έχουν γίνει βήματα προόδου. Ωστόσο η υπογραφή και η
εφαρμογή Συμφωνίας Επανεισδοχής Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας είναι
επιτακτική. Ανάλογης σημασίας είναι και η εφαρμογή της Συμφωνίας Ε.Ε. –
Πακιστάν. Στις περιπτώσεις της Αλγερίας και του Μαρόκο θα πρέπει να
επιταχυνθούν οι διαπραγματεύσεις, όπως επίσης να ξεκινήσουν ανάλογες
διαδικασίες με άλλες χώρες, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες
λαθρομεταναστευτικές πιέσεις, όπως με την Αίγυπτος, το Αφγανιστάν και το
Ιράκ.
Όσον
αφορά τώρα τον έλεγχο του οργανισμού, και μιας και το θέμα της
διακοινοβουλευτικής αυτής διάσκεψης είναι η δημοκρατική λογοδοσία
επιτρέψτε μου να κάνω μία σχετική παρατήρηση. Η αναβάθμιση του status
του Frontex σε ευρωπαϊκό οργανισμό ανάλογο της Europol είναι μείζονος
σημασίας. Δεν αφορά μόνο στην αποτελεσματικότητά του, αλλά και στο
δημοκρατικό κύρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Frontex πρέπει να αποκτήσει
ενιαία και αμιγή ευρωπαϊκή υπόσταση. Η στενή διασύνδεση και συνεργασία
του Frontex κυρίως με τη Europol, καθώς και η αποστολή και οι
αρμοδιότητες του οργανισμού που μπορούν δυνητικά να επηρεάσουν ανθρώπινα
δικαιώματα, επιβάλλουν το δημοκρατικό έλεγχο της λειτουργίας του. Ως
ευρωπαϊκός οργανισμός θα υπόκειται πλέον στο θεσμικό πλαίσιο που θα
ρυθμίζει την άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου, όπως αρμόζει στα όργανα
που διαχειρίζονται ανάλογα ζητήματα. Γιατί είναι σημαντικό όταν μιλάμε
για διεύρυνση με ευρωπαϊκούς όρους να μην λησμονούμε τη διεύρυνση σε
βάθος εις βάρος της διεύρυνσης σε πλάτος. Η μέχρι τώρα αστοχία
δημιουργίας θεσμικών αρμών εμβάθυνσης στις δημοκρατικές ρίζες της Ε.Ε.
θέτει υπό αμφισβήτηση τη δημοκρατικότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Τα
εθνικά κοινοβούλια οφείλουν να αναλάβουν ένα αυτόνομο πεδίο δράσης που
θα προσβλέπει στη διεκδίκηση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο Frontex θα πρέπει να περνά από το φίλτρο αυτό.
Είναι
γεγονός ότι η χρονική συγκυρία δεν είναι η ευνοϊκότερη για την
Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι όμως λυπηρή η διαπίστωση ότι στη συγκεκριμένη
χρονική στιγμή, οι δύο θεσμοί στους οποίους επιτύχαμε τη μεγαλύτερη
πρόοδο βρίσκονται σε κρίση. Η ευρωζώνη και η Συνθήκη του Σέγκεν
συνιστούν τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ένωσης, τους βασικούς πυλώνες
ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Και όμως εμείς οι Ευρωπαίοι
επιτρέπουμε να τίθενται ανοιχτά υπό αμφισβήτηση. Ο διάλογος που έχει
ανοίξει περί μηχανισμών αναστολής της συμμετοχής σε συγκεκριμένους
τομείς και επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα, μεταλλάσουν
ουσιωδώς το οικοδόμημα του κεκτημένου του Σέγκεν. Η λύση δεν θα πρέπει
να αναζητηθεί στον περιορισμό του κεκτημένου: αυτό θα αποτελέσει σαφή
οπισθοδρόμηση στην πορεία προς την ολοκλήρωση. Αντιθέτως θα πρέπει να
αναζητηθεί στην περαιτέρω ενίσχυση της έμπρακτης εφαρμογής της αρχής της
αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών.
Τις αρχές αυτές επαναβεβαιώνει η Συνθήκη της Λισαβόνας και θα ήταν
πράγματι θλιβερό να τις αθετήσουμε δύο μόλις χρόνια μετά την υιοθέτησή
της. Οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση, η οποία αποκλίνει από τις αρχές της
Συνθήκης της Λισαβόνας, μόνο βλαπτικά και διαλυτικά φαινόμενα μπορεί να
προκαλέσει και να λειτουργήσει εις βάρος των καλών εννοούμενων
συμφερόντων της Ένωσης και των πολιτών της. Αν σ΄αυτή τη δύσκολη
συγκυρία αναρωτιόμαστε τι τελικά θέλουμε λιγότερη ή περισσότερη Ευρώπη,
τότε κυρίες και κύριοι συνάδελφοι καλύτερα να αποδεχθούμε ότι έχουμε
χάσει το στοίχημα.
Μετά
το πέρας της εισήγησης η βουλευτής απάντησε σε σειρά ερωτήσεων που
έθεσαν εθνικοί βουλευτές και ευρωβουλευτές από το Ηνωμένο Βασίλειο,
την Γαλλία, την Τσεχία, την Γερμανία και λοιπές χώρες της ευρωζώνης
επισημαίνουσα την ανάγκη αύξησης της χρηματοδότησης του Frontex για την
Ελλάδα, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι άμεσες και απρόσμενες
δεσμέυσεις για την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών καταστάσεις, που
προκαλεί το ολοένα και αυξανόμενο κύμα μεταναστευτικών ροών προς την
χώρα μας και την συνέπεια αυτού με την αυξανόμενη εγκληματικότητα των
αλλοδαπών, και υποστήριξε ότι με το βελτιωμένο εθνικό σχέδιο δράσης η
κυβέρνηση προωθεί τις βέλτιστες προυποθέσεις παροχής ασύλου στους
αλλοδαπούς που δικαιούνται άσυλο κατά τους διεθνείς κανόνες δικαίου,
τονίζοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον
αγώνα και την ελπίδα των μεταναστών για μία καλύτερη ζωή, πλήν όμως
είναι υποχρεωμένη να είναι συνεπής προς τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις
της προς την ελληνική κοινωνία και τα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών για
ασφάλεια και απρόσκοπτη διαβίωσή τους.