Η αρχή της ιστορίας της σημαίας ανάγεται στην Αρχαιότητα. Έτσι, πολύ πριν από τον 6° αιώνα π.Χ., διάφοροι ...
ανατολικοί λαοί (Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Πέρσες, Χετταίοι κ.ά.) χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου διάφορα σύμβολα που συνήθως είχαν θεία προέλευση, τα οποία μεταβλήθηκαν σε εμβλήματα (π.χ. η Κιβωτός των Ιουδαίων, ο αετός ή ο λευκός ίππος των Περσών κ.ά). Τα εμβλήματα αυτά τοποθετούνταν σε κοντάρια, τους «εμβληματοφόρους κοντούς». Στην αρχή τα εμβλήματα ήταν μεταλλικά, αλλά με την πάροδο του χρόνου παριστάνονταν σε τεμάχια υφάσματος. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκαν οι πρώτες σημαίες των αρχαίων χρόνων.
Οι Αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν ( τέλος 7ου αι. π.Χ. και εξής) τα σημεία ή επισήματα στις ασπίδες τους και στην πρώρα των πλοίων, για ν’ αναγνωρίζονται εύκολα μεταξύ τους οι στρατιώτες των μονάδων (Λ=Λακεδαιμόνιοι, Σ=Σικυώνιοι, παραστάσεις θεών ή συμβόλων τους, ζώων, μυθικών όντων κλπ). Ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποιούσε στο στράτευμα του σημαίες πορφυρού (=κόκκινου) υφάσματος, που ονομάζονταν φοινικίδες και τοποθετούνταν στην κορυφή των σαρισ(σ)ών (=επιμήκων δοράτων). Αργότερα οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν ανάλογα διακριτικά εμβλήματα, τα signa (=σημεία). Ιδιαιτέρως το Ιππικό της Ρώμης είχε σημαίες από ρούσσισν (δηλ. ερυθρό) ύφασμα, ονομαζόμενες vexilla.
Το κυριότερο ρωμαϊκό έμβλημα, ο αετός (aquila) χρησιμοποιούνταν μέχρι το φθινόπωρο του 312 μ.Χ., οπότε αντικαταστάθηκε κατόπιν διαταγής του Μεγάλου Κωνσταντίνου με το μονόγραμμα του Χριστού (σύμπλεγμα των γραμμάτων Χ και Ρ). Τη σημαία αυτή (labarum-λάβαρον) χρησιμοποίησε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία επί μεγάλο διάστημα. Εξέλιξη αυτού του λαβάρου ήταν η σημαία της εποχής της δυναστείας των Παλαιολόγων, δηλ. λευκή με γαλάζιο σταυρό και 4 χρυσές ακτίνες που στα άκρα τους είχαν ισάριθμα γαλάζια Β που σήμαιναν «Βασιλεύς βασιλέων βασιλεύων βασιλευόντων». Ο Δικέφαλος Αετός, από το 1300 μ.Χ. και εξής, ήταν το έμβλημα των Βασιλέων της Νικαίας και μελών του Αυτοκρατορικού Οίκου των Παλαιολόγων.
Κατά την Τουρκοκρατία οι επαναστατικές σημαίες έφεραν παράσταση με τον Δικέφαλο Αετό ή με Σταυρό. Στις 26 Φεβρ. 1821 υψώθηκε στο Ιάσιο της Μολδαβίας η πρώτη σημαία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, που χρησιμοποίησε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στον ηρωικό αγώνα του κατά των Τούρκων. Στη μία όψη έφερε την εικόνα του Σταυρού και των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» και στην άλλη παράσταση του Φοίνικος και την επιγραφή «Εκ της κόνεώς μου αναγεννώμαι». Σχεδόν ένα μήνα αργότερα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε στη Μονή Αγίας Λαύρας το περίφημο λάβαρο της Επαναστάσεως. Είχε ορθογώνιο σχήμα και απεικόνιση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Κατά την Επανάσταση του 1821 χρησιμοποιήθηκαν ποικίλες σημαίες, στις οποίες σημαίνουσα παράσταση είναι αυτή του Σταυρού. Η Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1 Ιανουαρίου 1822) καθόρισε ως «χρώματα του Εθνικού σημείου» το «κυανούν και λευκόν» και ως παράσταση αυτή του Σταυρού. Ο αριθμός των 9 λωρίδων της Ελληνικής Σημαίας ανταποκρίνεται, κατά την επικρατέστερη άποψη, στις συλλαβές της γνωστής φράσεως «Ελευθερία ή θάνατος» που αναγραφόταν σε μερικές σημαίες, όταν εξερράγη η Επανάσταση του 1821.
Ο λεπτομερής καθορισμός της Σημαίας μας έγινε κατά καιρούς με διάφορα Διατάγματα, όπως αυτό της 30.7.1828 (Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας) της 4/16 Απρ. 1833 και 28 Αυγ. 1858 (Βασιλεύς Όθων), 28 Δεκ. 1863 (Βασιλεύς Γεώργιος Α') κ.ά. Ο πλέον πρόσφατος σχετικός Νόμος είναι ο υπ' αρ. 851 της 21 Δεκ. 1978, με τον οποίο σαφώς καθορίζονται το σχήμα και οι διαστάσεις του Σταυρού και το πλάτος των εννέα ταινιών (λωρίδων). Βάσει του Νόμου αυτού έχουν καθορισθεί συνολικώς 8 μεγέθη σημαιών και ισάριθμα ύψη κοντών, αναλόγως του προορισμού κάθε σημαίας (επί φρουρίων, δημοσίων και δημοτικών κτηρίων, πρεσβειών, κρατικών οχημάτων και οικιών). Έτσι, το μεν μέγεθος των σημαιών κυμαίνεται από 6,48μ. Χ 4,32μ. μέχρι 0,27μ. Χ 0,18μ. και το ύψος των κοντών μεταξύ 12μ. και 2,6μ. Όταν η σημαία υψώνεται σε δημόσια κτήρια, στρατόπεδα, εκπαιδευτικά ιδρύματα κλπ, ο κοντός φέρει στην κορυφή του λευκή σφαίρα και επ' αυτής Σταυρό. Αν η σημαία υψώνεται σε ιδιωτικά γραφεία, οικίες, καταστήματα κλπ. τότε ο κοντός φέρει στην κορυφή του κυλινδρικό τεμάχιο που καμπυλώνεται στο άνω μέρος του. Σε περίπτωση αποκαλυπτηρίων προτομών ή αγαλμάτων, αυτά καλύπτονται με κυανόλευκες ταινίες και όχι με τη σημαία. Σε περίπτωση φθοράς της, η σημαία καταστρέφεται διά πυρός, βάσει σχετικής διαδικασίας.
Η Ελληνική Σημαία, ως το πλέον ιερό σύμβολο, μας υπενθυμίζει το χρέος μας έναντι του Έθνους και την υποχρέωση μας να θυσιάζουμε τη ζωή μας, υπερασπιζόμενοι την Ελλάδα. Η μεγαλύτερη, λοιπόν, τιμή για κάθε Έλληνα και Ελληνίδα είναι ο θάνατος για την Πατρίδα και τη Σημαία μας.
otenet.gr