Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΣΟΝΟΓΛΟΥ-ΒΥΛΛΙΩΤΗ

Βουλευτής Π.Α.Σ.Ο.Κ. Ν. Βοιωτίας
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΣΟΝΟΓΛΟΥ-ΒΥΛΛΙΩΤΗ: Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, βιώνουμε μια ιδιαίτερα ιστορική περίοδο όπου βρίθει προκλήσεων, ανατροπών, κοινωνικών στρεβλώσεων με αναδιατάξεις σε παγκόσμιο επίπεδο, με την κυριαρχία οργανισμών, επιχειρηματικών συμφερόντων και υπερεθνικών σχηματισμών που κύριο στόχο έχουν την επικράτηση της οικονομίας πάνω στο κοινωνικό γίγνεσθαι και πάνω από την πολιτική όπως πολύ εύστοχα διετύπωσε και ο Υπουργός Δικαιοσύνης προηγουμένως. Διαχρονικά η Ελλάδα έγινε πεδίο ανάπτυξης ενός τέτοιου φαινομένου που συστηματικά επιβουλεύτηκε τη δημόσια διοίκηση, επιδίωξε την επικράτηση ολίγων και αρεστών, επιδίωξε τη μεταφορά μεγάλου μέρους της δημόσιας διοίκησης και των δημόσιων υπηρεσιών στο βωμό του κέρδους με εξελιγμένες τεχνικές μεθόδους που παραβίασαν κατάφορα τον υγιή ανταγωνισμό, τους εθνικούς και διεθνείς νόμους που καταπολεμούν τη διαφθορά.
Τα αδικήματα της διαφθοράς αντιμετωπίζονται σε διεθνικό επίπεδο, γιατί η διαφθορά απειλεί τη σταθερότητα και την ασφάλεια των κοινωνιών, υπονομεύει τους θεσμούς και τις αξίες της δημοκρατίας, τις ηθικές αξίες, τη δικαιοσύνη, διακυβεύει την ανάπτυξη της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής, γι' αυτό και απαιτείται η διεθνής συνεργασία για την πρόληψη και τον έλεγχό της, πολύ περισσότερο όταν εμφανίζεται υπό τη μορφή συγκροτημένης, ιεραρχικά δομημένης εγκληματικής ομάδας, με πειθαρχημένα και ενεργή μέλη, με σκοπό τη συστηματική τέλεση επιλεγμένων αξιοποίνων πράξεων που διακρίνονται για την αυξημένη απαξία τους, την αντικοινωνικότητά τους, που βάλλουν κατά της οργανωμένης κοινωνίας και της οποία η δράση δεν περιορίζεται μόνο εντός των εθνικών ορίων, αλλά επεκτείνεται και πέραν αυτών με δυνατότητα διάθεσης μεγάλων χρηματικών ποσών, κατοχής ποικίλων τεχνικών μέσων πάσης φύσεως προς εκπλήρωση των άνομων στόχων της. Με την παραπάνω τυποποιημένη παραβατική και όχι μόνο συμπεριφορά έδρασε διαχρονικά στη χώρα μας ο βιομηχανικός γερμανικός κολοσσός SIEMENS AEG.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, πιστός οπαδός της διαφάνειας και πολέμιος της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα, τόσο ως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης όσο και ως Πρωθυπουργός της χώρας και επικεφαλής της Κυβέρνησης ήδη από το Φεβρουάριο του 2008 επέμενε να συσταθεί η Εξεταστική των Πραγμάτων Επιτροπή για τη διερεύνηση της σκανδαλώδους συμπεριφοράς της ως άνω εταιρείας στη χώρα μας. Η τότε Κυβέρνηση του κυρίου Καραμανλή, καίτοι ονόμαζε παραπλανητικά το σκάνδαλο SIEMENS ως «πράσινο σκάνδαλο» δήθεν, φυγομάχησε για να αποκρύψει την αλήθεια από τον ελληνικό λαό, προστάτευσε τα τέκνα της, επισφραγίζουσα μάλιστα την τοιαύτη προστασία με την αιφνίδια παύση της Βουλής το Μάιο του 2009, ώστε να επέλθει η κατ’ άρθρον 3 παράγραφος 2 του ν. 3126/2003 περί ευθύνης Υπουργών αποσβεστική προθεσμία. Παράλληλα, πειράθηκε να χειραγωγήσει τη δικαστική διερεύνηση των υποθέσεων με ανοίκειες παρεμβάσεις που διευκόλυναν τη διαφυγή προσώπων-κλειδιών στο εξωτερικό, με επιλεκτικές διερευνήσεις για την περίοδο μετά το 2004, αμαυρώνουσα δια παντός την πολιτική της διαδρομή, όπως θα καταγράψει και ο ιστορικός του μέλλοντος.
Στις 28-1-2010 με πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το ελληνικό Κοινοβούλιο στο σύνολό του αποφάσισε ομόφωνα τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής των Πραγμάτων για τη διερεύνηση του σκανδάλου της SIEMENS, προκειμένου να πληροφορηθεί η ελληνική Βουλή, αλλά και η κοινή γνώμη την αλήθεια και να εντοπιστούν ευθύνες εκεί όπου υπάρχουν και όπου ανήκουν, ιδιαίτερα σε μέλη των ελληνικών κυβερνήσεων από το έτος 1989 έως τις 4-10-2009 σχετικά με τη σύναψη, την εκτέλεση και την εξέλιξη των συμβάσεων του ελληνικού δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου στον τομέα της υγείας, του Ο.Τ.Ε., του Ο.Σ.Ε. του C4I, του Υπουργείου Πολιτισμού, του Υπουργείου Άμυνας κ.λπ., σχετικά με την εταιρεία SIEMENS.
Η Επιτροπή μας ξεκίνησε τις εργασίες της στις 3-2-2010 και επεδόθη σε μια εξαιρετικά κοπιώδη, επίμονη και πολύωρη διαδικασία, κατά την οποία εξέτασε μάρτυρες-κλειδιά. Κλιμάκιό της μετέβη επί πέντε φορές στο Μόναχο. Διερεύνησε επίμαχους λογαριασμούς του εξωτερικού. Μελέτησε χιλιάδες σελίδες ογκωδών δικογραφιών, που μάλιστα αποσπασματικά επί σχεδόν τρίμηνο αποστέλλονταν στην Επιτροπή. Υπέβαλε πλήθος αιτημάτων δικαστικών συνδρομών. Ζήτησε τη συνεργασία αλλοδαπών υπηρεσιών και εμπλεκομένων ανεξάρτητων ελληνικών αρχών, επιτροπών, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και σε χρονικό διάστημα δέκα μηνών κατέληξε στην κατάθεση του ογκωδέστατου πορίσματος που συζητάμε σήμερα.
Από τη διεξοδική έρευνα που διεξαγάγαμε ως μέλη της Επιτροπής και προσωπική μου εμπειρία είναι ότι προέκυψαν τα ακόλουθα: Η εταιρεία SIEMENS, κυρίαρχη στον τομέα εκτέλεσης τηλεπικοινωνιακών έργων και όχι μόνο, τουλάχιστον από τα τέλη του Νοεμβρίου του 1990 είχε αναπτύξει στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες παγκοσμίως -μας ανέπτυξε εδώ ο Υπουργός Επικρατείας τι συνέβαινε- ένα ανωνυμοποιημένο σύστημα διεκπεραίωσης μυστικών πληρωμών που, μέσω προμηθειών, τις οποίες κατέβαλε σε πρόσωπα που εφέροντο να μεσολαβούν στη σύναψη συμβάσεων για κρατικά έργα, διοχέτευε χρήματα σε κρατικούς αξιωματούχους, αρμόδιους για την ανάθεση των έργων στην εταιρεία, οι οποίοι αποφάσιζαν ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο βοηθούσαν για την ανάθεση και εν συνεχεία την εκτέλεση και την παραλαβή του.
Για την πληρωμή των παραπάνω προμηθειών - δωροδοκιών υπήρχε ένα άριστα μελετημένο σύστημα από πλευράς εταιρείας, με σκοπό να συγκαλύπτονται και να ανωνυμοποιούνται οι ροές των χρημάτων. Έτσι, είχε συγκροτηθεί μια οργανωμένη ομάδα μυημένων υπαλλήλων της SIEMENS, οι οποίοι διεκπεραίωναν τόσο τη σχετική αλληλογραφία όσο και αναλάμβαναν την παραγωγή χρήματος κατ’ αρχήν αλλά και την εκταμίευση και την αποστολή αυτών των χρημάτων στους παραλήπτες μέσω των περιφερειακών υποκαταστημάτων που δραστηριοποιούνταν ως αυτόνομοι επιχειρηματίες.
Η ομάδα αυτή, δομημένη ιεραρχικά και αποτελούμενη οπωσδήποτε από περισσότερα των τριών προσώπων -σύσταση, λοιπόν, οργάνωσης παράνομης- εν γνώσει της συγκροτήθηκε, αποφάσισε και πραγματοποίησε δωροδοκίες ανωτάτων αξιωματούχων, πολιτικών, μελών κυβερνήσεων, με διαρκή δράση στην Ελλάδα από το Νοέμβριο του 1990 τουλάχιστον έως το 2008 που έλεγξε η Επιτροπή μας, ύψους πολλών εκατομμυρίων, υπολογιζομένου του ποσού της δωροδοκίας σε ποσοστό 2% για κάθε επιμέρους σύμβαση επί του κοστολογίου-τζίρου του έργου για τα πολιτικά πρόσωπα, όπως προέβλεπε το λεγόμενο σχέδιο της μητρικής εταιρείας, και 8% προοριζομένου για ανωτάτους κρατικούς λειτουργούς.
Ο δόλος των στελεχών της εταιρείας αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι, μετά το έτος 1998 που θεσπίστηκε το αξιόποινο για πράξεις διαφθοράς στο εξωτερικό, το εν λόγω σύστημα διατηρήθηκε και εξακολούθησε να λειτουργεί, αλλά με τη χρήση ιδιαίτερων τεχνασμάτων, τη σύσταση εταιρειών που φαίνονταν ότι παρείχαν διαμεσολαβητικές υπηρεσίες σε εικονικές συμβάσεις εν γνώσει όλων των εμπλεκομένων, με μοναδικό σκοπό να δημιουργηθεί η νομιμοποίηση της εκροής των χρημάτων προς τους τελικούς αποδέκτες, δηλαδή το ξέπλυμα. Επιπλέον, συνέστησαν και άλλες εταιρείες που μέσω αυτών διοχέτευαν τα χρήματα από τα τηρούμενα μαύρα ταμεία της SIEMENS προς τα δωροδοκούμενα πρόσωπα.
Το πιο πάνω άρτια οργανωμένο σχέδιο αποδέχθηκαν και εφάρμοσαν ενταγμένα μέλη της δομημένης ομάδας κατά τα ως άνω, μέλη της διοίκησης, ανώτατα διοικητικά στελέχη της SIEMENS, Μιχάλης Χριστοφοράκος, Πρόδρομος Μαυρίδης, Χρήστος Καραβέλας, οι οποίοι ενεργώντας από κοινού διοχέτευαν μαύρο χρήμα σε πολιτικούς ή σε ανώτερους αξιωματούχους με ένα συγκεκριμένο στόχο, τον εκμαυλισμό συνειδήσεων πολιτικών και μη πολιτικών προσώπων στη χώρα μας, ώστε να ενδιαφέρονται μόνο για το συμφέρον της εταιρείας και την αποκομιδή υπερκέρδους, ενεργούντες κατά παράβαση των καθηκόντων τους.
Η εξειδικευμένη τυποποίηση της παραβατικής αυτής συμπεριφοράς της SIEMENS στη χώρα μας και διεθνώς επισημάνθηκε από την Επιτροπή μας στις 24-8-2010 με ομόφωνη πορισματική αναφορά προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, όπου έγινε δεκτή και έτσι ασκήθηκε στις 7-9-2010, δηλαδή μετά από τουλάχιστον πέντε χρόνια δικαστικής διερεύνησης, συμπληρωματική ποινική δίωξη για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση – απάτη, σε συνδυασμό με το νόμο περί καταχραστών του Δημοσίου κ.ο.κ..
Επιπλέον, η Επιτροπή μας πλην των άλλων διερεύνησε το ρόλο δεκάδων μεσαζόντων, παρενθέτων προσώπων, αλλοδαπών και Ελλήνων χρηματιστών, τραπεζών, εικονικών εταιρειών, μέσω των οποίων διακινήθηκε μαύρο χρήμα στους τροφοδότες λογαριασμούς που εκδόθηκαν επ’ ονόματι εξωχώριων εταιρειών (off shore), Martha Overseas, Martha Holdings, Placid Blue, Fairways Estates, οι οποίες ελέγχονταν από στελέχη της SIEMENS ΗELLAS, τον κ. Μαυρίδη, τον κ. Χριστοφοράκο ή παρένθετα πρόσωπα, τον κ. Λέτσα, τον κ. Καλντή, και χρησιμοποιούντο για το χρηματισμό υπηρεσιακών και πολιτικών παραγόντων στην Ελλάδα.
Από αυτούς τους τροφοδότες λογαριασμούς εμβάζονταν ποσά σε λογαριασμούς παρένθετων προσώπων ή εταιρειών και στη συνέχεια τα παρένθετα αυτά πρόσωπα ενέβαζαν τα ποσά σε κωδικούς ή ονομαστικούς λογαριασμούς των τελικών αποδεκτών στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, οι οποίοι ήταν είτε κρατικοί υπάλληλοι είτε πολιτικά πρόσωπα είτε υπάλληλοι κρατικών εταιρειών. Διαπιστώνεται δηλαδή κατ’ ελάχιστον ότι οι διακινητές των μαύρων αυτών ταμείων της SIEMENS εκμεταλλεύθηκαν συστηματικά μια υποδομή που υπήρχε στη χώρα μας με βάση χρηματιστηριακά στελέχη και στελέχη τραπεζών που διενεργούσαν παράνομα εργασίες μεταφοράς κεφαλαίων στο εξωτερικό και, αξιοποιώντας την υποδομή αυτή, έστησαν ένα μηχανισμό ανάληψης χρημάτων στην Ελλάδα με σκοπό το χρηματισμό, που εξασφάλιζε παράλληλα και τη διακοπή των ιχνών του μαύρου χρήματος μεταξύ των μαύρων ταμείων και των τελικών αποδεκτών του.
Τελικά, στο πόρισμα επιχειρήσαμε, όσο τουλάχιστον ήταν επαρκώς και ανθρωπίνως δυνατό, την επ’ αρχή στοιχειοθέτηση του δόλου της μητρικής SIEMENS και των δικαιωμάτων του Δημοσίου και στοιχειοθετήσαμε επαρκώς και τεκμηριωμένα την ιστορική βάση για τη διεκδίκηση των ελληνικών αποζημιώσεων.
Η Εξεταστική Επιτροπή για την υπόθεση SIEMENS θεωρώ ότι στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και κατά τους όρους και περιορισμούς του Συντάγματος και των νόμων, γιατί ήταν Εξεταστική των πραγμάτων Επιτροπή και όχι επιτροπή ποινικής αξιολόγησης και όχι Επιτροπή καταλογισμού ευθυνών, όπως παραπλανητικά μεθοδεύουν να εμφανίσουν όσοι επιχειρούν να ακυρώσουν το έργο και την εργώδη προσπάθειά της, μετά από δεκαεπτά ομόφωνες πορισματικές αναφορές εκπλήρωσε την αποστολή της και ενώ ήδη η δικαιοσύνη, παρότι από το 2006 ερευνά, δεν έχει φθάσει ακόμα σε οριστικό αποτέλεσμα.
Υπερβάλαμε -και τολμώ να πω ότι αυτό δεν είναι αλαζονικό- γιατί αποδείξαμε ότι δεν πρόκειται για ένα απλό σκάνδαλο, αλλά για μία πολυσύνθετη δόλια εγκληματική συμπεριφορά, όχι μόνο της εταιρείας, αλλά και των παρένθετων προσώπων που διευκόλυναν την παραγωγή υπερκερδοφορίας της.
Τελειώνοντας, επισημαίνω την ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης της υπόθεσης κατά τις διατάξεις του Συντάγματος. Υπάρχει, όμως και το σκέλος του ελέγχου του πορίσματος και από την τακτική δικαιοσύνη, σχετικώς με τα αδικήματα που, όπως αναπτύχθηκε, δεν συνδέονται με τα υπουργικά καθήκοντα, δηλαδή τις δωροδοκίες και τις νομιμοποιήσεις εσόδων από παράνομη εγκληματική δραστηριότητα. Άρα, το πόρισμα αυτό θα πρέπει να παραπεμφθεί και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Πρέπει να είμαστε απόλυτα ξεκάθαροι και έντιμοι προς τους πολίτες και μάλιστα θέλω να πω ότι κανείς σ’ αυτήν την Αίθουσα δεν κουκουλώνει ούτε έχει τέτοια διάθεση. Όλοι όσοι εργαστήκαμε για την υπόθεση αυτή θέλουμε –και αυτή είναι η λαϊκή απαίτηση και την εξυπηρετούμε- να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Γι’ αυτό το λόγο επιβάλλεται να ξεκαθαρίσουμε και εδώ ποιες υποθέσεις τελούν ενδεχομένως υπό αποσβεστική προθεσμία και αυτό να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν πριν οποιαδήποτε περαιτέρω εξέλιξη.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ολοκληρώνοντας θέλω να πω ότι ο Γιώργος Παπανδρέου και η Κυβέρνησή του απέδειξε ότι έχει την πολιτική βούληση να λάμψει η αλήθεια. Αυτό εξυπηρετεί η Επιτροπή μας και το πόρισμα το αποδεικνύει στον καθένα ξεχωριστά.